ΤΩΝ ΜΙΧΑΛΗ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ* ΚΑΙ ΛΕΩΝΙΔΑ ΧΑΤΖΗΛΟΪΖΟΥ**
Ένα από τα κυριότερα επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν από τους υποστηρικτές ενός νέου συστήματος διορισμών στην εκπαίδευση ήταν η αξιοκρατία. Με πρόταξη τον διορισμό των αρίστων, των καλύτερων εκπαιδευτικών, ψηφίστηκε το νέο σχέδιο διορισίμων στις 9 Ιουλίου 2015.
Τα προβλήματα που απορρέουν από το ΝΣΔΕ αναδείχθηκαν πολύ πριν την ψήφισή του. Με συνεχή αρθρογραφία, είχαν επισημανθεί οι στρεβλώσεις, η έλλειψη επιστημονικότητας, η απουσία θεσμικού διαλόγου, η ανεπαρκής και ουσιαστική μελέτη του σχεδίου και τα νομικά κενά. Τα προβλήματα αυτά, διαφάνηκαν ξεκάθαρα με την πρώτη εφαρμογή του το 2017 και συνεχίζουν να βασανίζουν χιλιάδες συναδέλφους μέχρι και σήμερα. Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, πως το εκπαιδευτικό μας σύστημα και το εργασιακό μέλλον των υποψηφίων έχει μπει σε ένα φαύλο κύκλο, με τους επηρεαζόμενους συναδέλφους να βρίσκονται σε ένα συνεχή μαραθώνιο άγχους και αβεβαιότητας.
Από τη ψήφιση του νέου συστήματος διορισμού μέχρι σήμερα έχουν διεξαχθεί τρεις εξεταστικές και έχουν ανακοινωθεί εκατοντάδες διορισμοί τα τελευταία 5 χρόνια. Κάθε 2 χρόνια διεξάγονται πολύπλοκες, χρονοβόρες και επίπονες διαδικασίες, τόσο για τους υποψηφίους όσο και για την αρμόδια αρχή. Διαδικασίες οι οποίες έχουν μεγάλο κόστος, σε χρήματα αλλά και σε χρόνο, για την Πολιτεία και τους συμμετέχοντες. Το παράδοξο είναι πως μετά από όλη αυτή την τιτάνια προσπάθεια από τους χιλιάδες εμπλεκομένους, με τον τρόπο με τον οποίο καταρτίζονται οι κατάλογοι δεν μπορεί να γίνει κανένας ουσιαστικός έλεγχος, καμία επιβεβαίωση πως όντως αυτοί που στο τέλος επιτυγχάνουν είναι αυτοί που διορίζονται.
Οι κατάλογοι διορισίμων σε πλήρη αντίφαση με τους καταλόγους διοριστέων δεν είναι ονομαστικοί. Ουσιαστικά, ανακοινώνονται μόνο το έτος εξέτασης και ο αριθμός δελτίου υποψηφίου. Επομένως, όταν κατά καιρούς ανακοινώνονται διορισμοί από αυτούς τους καταλόγους, δεν υπάρχει κανένας τρόπος να ελεγχθεί αν ο υποψήφιος είναι όντως ο εκπαιδευτικός που έχει διοριστεί. Υπάρχει επίσης, αδυναμία σύγκρισης των υποψηφίων μεταξύ τους και είναι αδύνατον για κάποιον να ελέγξει, να αξιολογήσει, να διαπιστώσει αν έγινε η μοριοδότηση όπως έπρεπε. Πρακτικά ο κάθε υποψήφιος, μπορεί να δει πληροφορίες μόνο για τον ίδιο. Αν εκ παραδρομής έχει γίνει κάποιο λάθος στη μοριοδότηση, κάποιου ανθυποψηφίου, είναι αδύνατο να εντοπιστεί και να γίνει σχετική ένσταση προς την αρμόδια αρχή. Σαφέστατα, δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς πως τίθεται θέμα προσωπικών δεδομένων, ειδικά από τη στιγμή που στους καταλόγους διοριστέων δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Πρόδηλα προκύπτουν ζητήματα διαφάνειας και είναι εύλογη η καχυποψία και η παραφιλολογία που αναπτύσσεται.
Παράλληλα, ενώ έχει ανακοινωθεί η μέθοδος της στατιστικής επεξεργασίας που τυγχάνουν τα αποτέλεσμα της εξέτασης, η αρμόδια αρχή αρνείται να ανακοινώσει τα αποτελέσματα της αναγωγής για κάθε επί μέρους εξέταση. Χωρίς αυτή την πολύτιμη πληροφορία δεν μπορούν οι υποψήφιοι να ελέγξουν αν τα αποτελέσματά τους είναι σωστά. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων διορισίμων ανακοινώνονται εφαρμόζοντας τη Στατιστική επεξεργασία, η οποία ενδεχομένως να αλλοιώνει σε κάποιο ή μεγάλο βαθμό, την κατάταξη των επιτυχόντων. Σύμφωνα με την Επίσημη Πλευρά, τα αποτελέσματα πρέπει να γίνουν συγκρίσιμα με τις προηγούμενες και επόμενες χρονιές. Προφανώς όμως, υπάρχει το ενδεχόμενο, με διαφορετική στατιστική μέθοδο να είχαμε διαφορετική σειροθέτηση των διορισίμων εκπαιδευτικών. Υπάρχει δε η παραδοξότητα, σε μια εξεταστική διαδικασία να αφαιρούνται βαθμοί, όχι για λάθη στο εξεταστικό δοκίμιο, αλλά ως αποτέλεσμα στατιστικής επεξεργασίας. Μια άλλη παράμετρος οφθαλμοφανούς αδιαφάνειας, είναι το γεγονός πως οι εξεταζόμενοι δεν έχουν δικαίωμα επαναξιολόγησης των γραπτών τους.
Μια άλλη παραδοξότητα είναι το σημείο εφαρμογής της στατιστικής επεξεργασίας. Ενώ στους αρχικούς κανονισμούς υπήρχε πρόνοια εφαρμογής της στατιστικής επεξεργασίας μόνο για τους υποψηφίους που είχαν επιτύχει στις εξετάσεις (δηλαδή που είχαν λάβει βαθμό πέραν του 50% σε κάθε μία εξέταση), το 2019 τροποποιήθηκαν οι κανονισμοί έτσι ώστε η στατιστική επεξεργασία να εφαρμόζεται σε όλους τους υποψηφίους. Με την πρώτη μέθοδο θα παρατηρείτο το φαινόμενο εξεταζόμενοι που έλαβαν βαθμολογία κάτω από τη βάση αλλά με την αναγωγή θα περνούσαν, να αποτυγχάνουν, ενώ με την υφιστάμενη μέθοδο παρατηρείται το φαινόμενο υποψήφιοι που πέτυχαν βαθμολογία πάνω από τη βάση να αποτυγχάνουν μετά από αναγωγή. Τόσο η μία όσο και η άλλη μέθοδος αδικούν μερίδα υποψηφίων και το γεγονός πως οι διαδικασίες και οι κανονισμοί αλλάζουν από χρόνο σε χρόνο, θέτει σε αμφισβήτηση την αξιοπιστία και την εγκυρότητα της όλης διαδικασίας. Ενδεχομένως δε, να προκύπτουν και νομικά ζητήματα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Και στις τρεις σειρές εξετάσεων, από τη μελέτη των αποτελεσμάτων, διαφάνηκε η αποτυχία των αξιολογικών εργαλείων να κάνουν τη δουλειά τους. Τα χαμηλά ποσοστά επιτυχίας και στις εξετάσεις του 2021 (Δάσκαλοι: 19.47%, Νηπιαγωγοί: 42.42%, Λογοθεραπευτές: 53.39%, Φιλόλογοι: 9.86%, Μαθηματικοί: 10.09%[1]) καταδεικνύουν την προφανή αποτυχία των δοκιμίων να αξιολογήσουν σωστά. Τα δοκίμια είναι παραδεκτό, πως ετοιμάζονται με λογική εξέτασης μαθητών και όχι επιστημόνων. Ενώ τα δοκίμια θα έπρεπε να περιλάμβαναν πρακτικές εφαρμογές γνωστικού περιεχομένου, ουσιαστικά αποτελούν αξιολόγηση απομνημόνευσης πληροφοριών και επίλυση ασκήσεων. Συνεπώς, δε λαμβάνεται υπόψη, πως η απλή απομνημόνευση γνώσεων δεν μπορεί από μόνη της και αποπλαισιωμένη, να εντοπίσει τον ικανό εκπαιδευτικό.
Δεν μπορεί να μην αναφερθεί το φιάσκο της εξεταστικής του 2017, με τη διαρροή θεμάτων, αφήνοντας ανεπανόρθωτα εκτεθειμένο το Υπουργείο Παιδείας και την Υπηρεσία Εξετάσεων, για το κατά πόσο είναι αδιάβλητες οι εξετάσεις και για το κατά πόσον τα θέματα κυκλοφορούν χωρίς έλεγχο. Υπήρχαν επίσης υπόνοιες, για διασύνδεση του καταρτισμού των εξεταστικών δοκιμίων με ιδιωτικά συμφέροντα ακαδημαϊκών ιδρυμάτων και το προσωπικό τους. Ακόμα η διερεύνηση του θέματος και η εξιχνίαση πιθανής διαπλοκής για το θέμα εκκρεμεί, ή γράφτηκε στις ελληνικές καλένδες!
Το Νέο Σύστημα Διορισμών, έχει οδηγήσει το εκπαιδευτικό μας σύστημα σε αχαρτογράφητα νερά και τους υποψηφίους σε ένα διαρκές εργασιακό άγχος. Επιστημονικά ήταν διάτρητο από την αρχή και η φιλοσοφία του, έχει κυρίαρχο στοιχείο τις εξετάσεις, οι οποίες δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως αδιάβλητες και αξιόπιστες. Οι οποίες εξετάσεις οδηγούν σε καταλόγους που είναι αδιαφανείς με κύριο χαρακτηριστικό την ανωνυμία. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να τονιστεί πως είναι καθόλα άδικο εξαιτίας αυτής της αδιαφάνειας και της αναξιοκρατίας, να υποτιμάται και να αποδομείται η προσπάθεια πολλών υποψηφίων, που επιτυγχάνουν στις εξετάσεις με την αξία τους.
* Γενικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ, Μέλος ΔΣ ΠΟΕΔ
*Γενικός Οργανωτικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ, Γενικός Οργανωτικός Γραμματέας ΠΟΕΔ
ΤΩΝ ΛΕΩΝΙΔΑ ΧΑΤΖΗΛΟΪΖΟΥ, ΜΙΧΑΛΗ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΑΝΤΡΕΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ*
«Τα πάντα ρει» λέει η γνωστή φράση, θέλοντας να εκφράσει πως ζούμε σε ένα κόσμο συνεχώς μεταβαλλόμενο. Οι άνθρωποι, ως νοήμονα όντα, προσαρμόζονται σε αυτή τη συνεχή μεταβολή, αλλάζουν τις συνήθειες και τις διαδικασίες τους, έτσι ώστε το σύνολο της κοινωνίας να βελτιώνεται και να εξελίσσεται.
Δυστυχώς στην Κύπρο, η εξέλιξη και η αλλαγή δεν είναι μέρος της κουλτούρας μας. Διατηρούμε τις ίδιες συνήθειες και ρουτίνες που πιθανόν να είχαν οι γονείς μας, ακόμη και οι παππούδες μας. Το σχολικό περιβάλλον δεν αποτελεί εξαίρεση. Παρόλο που η εισαγωγή που προηγήθηκε θα μπορούσε κάλλιστα να αφορά το εκπαιδευτικό μας σύστημα στην ολότητά του, το άρθρο θα εστιαστεί σε μία πολύ σημαντική πτυχή του, τη διοίκηση των σχολείων.
Εδώ και τριάντα και πλέον χρόνια ο διοικητικός χρόνος των διευθυντών/τριών και των βοηθών διευθυντών/τριών στη Δημοτική εκπαίδευση παραμένει ο ίδιος, έστω και αν τα δεδομένα έχουν αλλάξει άρδην. Πληθώρα νέων δεδομένων, τα οποία θα αναλύσουμε στη συνέχεια, επιβάλλουν τη ριζική αύξηση του διοικητικού χρόνου της διευθυντικής ομάδας, έτσι ώστε να μπορεί να ανταπεξέλθει στις αυξημένες ανάγκες ενός σύγχρονου σχολείου.
Συγκεκριμένα :
- Ο διδακτικός χρόνος του/της διευθυντή/τριας στη Δημοτική ορίζεται με βάση τον αριθμό των εκπαιδευτικών στο σχολείο και αρχίζει από σχολεία με 3 εκπαιδευτικούς (21 διδακτικές περιόδους) και φτάνει μέχρι τα σχολεία με 10 ή περισσότερους εκπαιδευτικούς (11 διδακτικές περιόδους). Ο λόγος που αυτή η κατηγοριοποίηση φτάνει μέχρι τους 10 εκπαιδευτικούς είναι απλός. Παλαιότερα, ο αριθμός των εκπαιδευτικών ήταν πολύ μικρότερος και σπάνια περνούσε τους 10 εκπαιδευτικούς ανά σχολείο. Ενδεικτικά, το 1990 εργάζονταν περίπου 2850 εκπαιδευτικοί σε 361 Δημοτικά σχολεία, με μέσο όρο 7,9 εκπαιδευτικούς ανά σχολείο. Σήμερα, το 2022 εργάζονται περίπου 4600 εκπαιδευτικοί δημοτικής σε 331 σχολεία με μέσο όρο 13,9 εκπαιδευτικούς ανά σχολείο.
- Σε αυτούς τους αριθμούς έρχονται να προστεθούν άλλοι 400 περίπου εκπαιδευτικοί ειδικής εκπαίδευσης που εργάζονται στα Δημοτικά σχολεία, 1,2 εκπαιδευτικοί ΕΕ ανά σχολείο. Παράλληλα, το σχολείο έχει να διαχειριστεί τις αντικαταστάσεις εκπαιδευτικών που απουσιάζουν και τις απαραίτητες (αλλά χρονοβόρες) διαδικασίες που πρέπει να γίνουν. Για παράδειγμα, το 2020 έγιναν περίπου 4250 αντικαταστάσεις, δηλαδή 12,8 αντικαταστάσεις ανά Δημοτικό σχολείο.
- Εκτός από το εκπαιδευτικό προσωπικό η διεύθυνση του σχολείου έχει να διαχειριστεί και το βοηθητικό προσωπικό, συνοδούς, βοηθούς, καθαρίστριες, γραμματείς, υπεύθυνους κυλικείου κ.ά.
- Παράλληλα υπάρχει ποικιλία προγραμμάτων και νέων απαιτήσεων που δεν υπήρχαν όταν καθορίστηκε ο διδακτικός χρόνος του Διευθυντή και του Βοηθού Διευθυντή, όπως το ολοήμερο, το πρόγραμμα ΔΡΑΣΕ, η Ομάδα Άμεσης Παρέμβασης, η διδασκαλία παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία, ο λειτουργικός αλφαβητισμός, πολυθεματικές συνεδρίες, συμβουλευτικές επιτροπές, διαχείριση ΣΕΠ, συμπλήρωση ερωτηματολογίων της στατιστικής υπηρεσίας, στήριξη άπορων παιδιών, Ευρωπαϊκά προγράμματα και σωρεία άλλων απαιτήσεων.
- Οι απαιτήσεις της οικογένειας από το σχολείο έχουν αυξηθεί και η επικοινωνία έχει γίνει πιο συχνή και έχει θεσμοθετηθεί. Η αξιολόγηση μαθητή/τριας έχει συγκεκριμενοποιηθεί και κεντρικό ρόλο σε αυτή διαδραματίζει η διεύθυνση του σχολείου. Ταυτόχρονα, η στάση των παιδιών απέναντι στο σχολείο και τους εκπαιδευτικούς έχει αλλάξει, απαιτώντας ολοένα και περισσότερη διαχείριση σε θέματα πειθαρχίας, ασθενειών, ιδιαιτεροτήτων, μαθησιακών, συναισθηματικών και συμπεριφορικών αναγκών.
- Η τεχνολογία έχει εξελιχθεί, δημιουργώντας νέες δυνατότητες αλλά και απαιτήσεις από ένα σύγχρονο σχολείο. Η δυνατότητα γρήγορης και άμεσης επικοινωνίας με το ΥΠΠΑΝ αλλά και άλλες αρμόδιες υπηρεσίες είναι ευπρόσδεκτη αλλά δημιουργεί αυξημένα καθήκοντα και φόρτο εργασίας σε μια σχολική μονάδα. Σωρεία εγκυκλίων και ηλεκτρονικών μηνυμάτων με τη διαδικασία του κατεπείγοντος κατακλύζουν καθημερινά το σχολείο και απαιτούν άμεσες ενέργειες εκ μέρους της διεύθυνσης του σχολείου.
- Η επιμόρφωση του εκπαιδευτικού προσωπικού είναι διαρκής, πάντα με στόχο τη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου και της σχολικής μονάδας. Η διευθυντική ομάδα διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο και σε αυτή την προσπάθεια. Τα νέα δεδομένα, οι σύγχρονες μέθοδοι και προσεγγίσεις στην εκπαιδευτική διαδικασία απαιτούν μελέτη και διάχυση στη σχολική μονάδα.
- Οι νέες πρωτόγνωρες συνθήκες της Πανδημίας οι οποίες καταδυναστεύουν την υφήλιο εδώ και δύο και πλέον χρόνια έχουν δημιουργήσει πολλαπλά νέα καθήκοντα στις διευθύνσεις των σχολείων, οι οποίες με νύχια και με δόντια αγωνίζονται να ανταπεξέλθουν: Καθημερινή επίσκεψη διαγνωστικών συνεργείων στα σχολεία, ιχνηλάτηση κρουσμάτων, έλεγχος Safepass προσωπικού και μαθητών, έλεγχος τήρησης υγειονομικών πρωτοκόλλων, συνεχής ενημέρωση για αλλαγές που προκύπτουν στα πρωτόκολλα και «αποκρυπτογράφηση» οδηγιών είναι μερικά από τα καθήκοντα που επιβαρύνουν τις διευθύνσεις των σχολικών μονάδων. Η διεύθυνση του σχολείου είναι συνεχώς, όλες τις ώρες της μέρας και τα Σαββατοκύριακα σε εγρήγορση. Αν και όλοι ελπίζουμε τα δεινά της πανδημίας να τελειώσουν όσο πιο γρήγορα γίνεται, είναι ορατό το ενδεχόμενο κάποια από αυτά τα καθήκοντα να συνεχίσουν να υφίστανται για αρκετό καιρό ακόμη.
Συγκριτικά με τη Μέση Γενική εκπαίδευση, η διαφορά στον χρόνο διοίκησης είναι τεράστια. Συγκεκριμένα, με βάση τα στοιχεία της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (κατάλογος με μονάδες μετάθεσης) στη Μέση εκπαίδευση αυτή τη στιγμή υπάρχουν 118 Διευθυντές, 214 Βοηθοί Διευθυντές Α’ και 721 Βοηθοί Διευθυντές. Συνολικά, με βάση τον διδακτικό χρόνο των Διευθυντών και ΒΔ μπορούμε να υπολογίσουμε πως ο συνολικός διοικητικός χρόνος που υπάρχει στη Μέση Γενική κυμαίνεται περίπου στις 27000 περιόδους. Αυτό αναλογεί σε 4,2 ώρες διοίκησης ανά εκπαιδευτικό ή 248 ώρες διοίκησης ανά σχολείο (η πλειονότητα αυτών των ωρών είναι 45λεπτες). Αντίστοιχα, ο διοικητικός χρόνος των 308 Διευθυντών και 593 ΒΔ Δημοτικής φτάνει στην καλύτερη περίπτωση τις 14500 περίπου ώρες, αριθμός που αναλογεί σε 2,9 ώρες διοίκησης ανά εκπαιδευτικό ή 44 ώρες διοίκησης ανά σχολείο (όλες οι ώρες είναι 40λεπτες). Η εικόνα παραμένει η ίδια αν συγκρίνουμε τον διοικητικό χρόνο με τον αριθμό των μαθητών/τριών ανά σχολείο. Ενώ στα Δημοτικά σχολεία υπάρχουν κατά μέσο όρο 155 μαθητές ανά σχολείο και στη Μέση εκπαίδευση 370, η αναλογία διοικητικού χρόνου ανά μαθητή είναι 0,28 στα Δημοτικά σε σύγκριση με 0,67 στη Μέση Εκπαίδευση.
Η διαφορά είναι προφανής και πρέπει να μας προβληματίσει, αφού σε ένα Γυμνάσιο ή ένα Λύκειο κατά μέσο όρο περίπου 6,8 μέλη της Διευθυντικής ομάδας είναι διαθέσιμα ανά περίοδο ενώ σε ένα δημοτικό κατά μέσο όρο 1,3! Διευκρινίζεται πως η σύγκριση δε γίνεται για να μειωθεί ο χρόνος διοίκησης στη Μέση εκπαίδευση, ο οποίος ορθά υπάρχει, αλλά για να γίνουν αντιληπτές οι πραγματικές διοικητικές ανάγκες σε ένα σύγχρονο σχολείο, με συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις.
Στα δε Νηπιαγωγεία η κατάσταση είναι ακόμη πιο δύσκολη και το διοικητικό βάρος δυσβάστακτο. Οι διευθυντικές οργανικές θέσεις δεν είναι αρκετές για να καλύψουν τις ανάγκες των Νηπιαγωγείων με αποτέλεσμα να αναγκάζονται να εκτελούν διοικητικά καθήκοντα ακόμη και απλές νηπιαγωγοί, με ελάχιστο (αν όχι ανύπαρκτο) διοικητικό χρόνο.
Μια άλλη παράμετρος της διοίκησης ενός σχολείου, είναι το γραμματειακό προσωπικό, η παρουσία του οποίου κρίνεται ελλιπής. Οι Διευθύνσεις των νηπιαγωγείων έχουν ελάχιστο χρόνο στη διάθεσή τους για γραμματειακές υπηρεσίες στήριξης του διοικητικού τους έργου (3 ώρες τη βδομάδα). Οι διευθύνσεις των Δημοτικών και των Ειδικών σχολείων έχουν μειωμένο χρόνο γραμματειακού προσωπικού για στήριξη του έργου τους, που σε πολλές περιπτώσεις δεν καλύπτει καν τον χρόνο παρουσίας των παιδιών στο σχολείο. Να σημειωθεί ότι στη Μέση εκπαίδευση το αντίστοιχο Γραμματειακό Προσωπικό εργάζεται με πλήρες ωράριο 38 ωρών εβδομαδιαίως και σε πολλές περιπτώσεις με δύο ή και τρεις υπαλλήλους.
Ομολογουμένως τα σχολεία έχουν αλλάξει σημαντικά τα τελευταία 30 χρόνια και ο ρόλος της διεύθυνσης των σχολείων, είναι κομβικής σημασίας ως θεματοφύλακας της εύρυθμής τους λειτουργίας. Ο κατάλογος των νέων καθηκόντων της διεύθυνσης και των αναγκών που προκύπτουν, είναι μακρύς και μέρα με τη μέρα η καθημερινότητα γίνεται δυσβάστακτη. Δε θα ήταν υπερβολή να αναφερθεί, πως οι διευθύνσεις των σχολείων βρίσκονται σε κατάσταση εξουθένωσης και παλεύουν με νύχια και με δόντια, χωρίς ουσιαστική στήριξη. Αναντίλεκτα, η διεύθυνση ενός σχολείου, χρειάζεται και πρέπει να έχει τον απαραίτητο χρόνο στη διάθεσή της, για να μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά, τα σύνθετα και πολλαπλά ζητήματα που προκύπτουν σε καθημερινή βάση. Η αύξηση του διοικητικού χρόνου της διευθυντικής ομάδας είναι απαίτηση των καιρών και φυσικό συνεπακόλουθο της εξέλιξης των σχολείων. Η απαιτούμενη βούληση υπάρχει;
*Οργ. Γραμματέας ΠΟΕΔ, Οργ. Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ
**Γεν. Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ, Μέλος ΔΣ ΠΟΕΔ
***Αντιπρόεδρος Α.Κί.ΔΑ, Γ.Α. ΠΟΕΔ
ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ ΧΑΤΖΗΛΟΪΖΟΥ*
Ένα σοβαρότατο ζήτημα που απασχολεί μια μεγάλη μερίδα εκπαιδευτικών είναι το καθεστώς απασχόλησής τους και η επαγγελματική αβεβαιότητα που βιώνουν. Αντικαταστάτες, συμβασιούχοι και αορίστου χρόνου εκπαιδευτικοί δικαίως αγωνιούν για το μέλλον τους. Ένα μεγάλο μέρος της ανησυχίας αυτής εδράζεται κυρίως στην επικείμενη κατάργηση του καταλόγου διοριστέων το 2027 ή/και την παρέλευση των 10 χρόνων από τη χρονιά που παρακάθισαν εξέταση για τον κατάλογο διορισίμων.
Δυστυχώς, αν και οι ανάγκες σε εκπαιδευτικό προσωπικό έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, εντούτοις πληρώνονται με έκτακτο προσωπικό, με συμβάσεις Ορισμένου και Αορίστου Χρόνου. Το ποσοστό των συμβασιούχων Ορισμένου και Αορίστου Χρόνου σε σχέση με το σύνολο των εκπαιδευτικών που εργοδοτούνται στα σχολεία φτάνει περίπου το 9% στη Δημοτική, του 16% στην Προδημοτική και το 48% στην Ειδική. Αν υπολογιστούν και οι αντικαταστάτες σε αυτά τα ποσοστά, τότε αυτά αυξάνονται σε 21%, 32% και 57% αντίστοιχα, ποσοστά πολύ μεγαλύτερα από τον μέσο όρο των χωρών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), το οποίο ανερχόταν στο 16.5% το 2018. Ο δε ΟΟΣΑ στη σχετική έκθεση εξηγεί πως η αβεβαιότητα που συνοδεύει τα συμβόλαια αυτά, μπορεί να οδηγήσει σε άγχος ή ακόμη και να επηρεάσει την απόδοση ορισμένων υπαλλήλων. Επίσης, αυτά τα συμβόλαια μπορούν να μειώσουν τις ευκαιρίες και τα κίνητρα για επαγγελματική ανάπτυξη ή ακόμη και να προκαλέσουν αβεβαιότητα στους μαθητές, αφού δεν γνωρίζουν εκ των προτέρων ποιοι θα είναι οι εκπαιδευτικοί τους.
Συγκεκριμένα, στα Δημοτικά Σχολεία, στα Νηπιαγωγεία και στα Ειδικά Σχολεία, πέραν των 400 εκπαιδευτικών εργάζονται με το καθεστώς Αορίστου Χρόνου, ενώ πέραν των 600 εκπαιδευτικών εργοδοτούνται με ετήσια σύμβαση. Από αυτούς τους 1000 και πλέον εκπαιδευτικούς αναμένεται να μονιμοποιηθούν περίπου 40-70 αυτό το καλοκαίρι, δηλαδή ένα πάρα πολύ μικρό ποσοστό. Με βάση τις αναμενόμενες αφυπηρετήσεις τα επόμενα χρόνια, ακόμη και αν υποθέσουμε πως θα μονιμοποιηθούν μόνο αυτοί οι εκπαιδευτικοί (κάτι εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι αδύνατον να συμβεί), θα χρειαστούν τουλάχιστον 8 χρόνια για να μονιμοποιηθούν όλοι οι εκπαιδευτικοί Δημοτικής, 9 χρόνια οι εκπαιδευτικοί Προδημοτικής, ενώ για να μονιμοποιηθούν όλοι οι εκπαιδευτικοί Ειδικής πρέπει να αφυπηρετήσουν σχεδόν όλοι οι μόνιμοι που εργάζονται αυτή τη στιγμή στα σχολεία!
Η λύση είναι μία και η ΠΟΕΔ την έχει παραθέσει κατ’ επανάληψη στους αρμόδιους. Με αύξηση των οργανικών θέσεων θα αυξηθούν οι μόνιμες θέσεις και με αυτό τον τρόπο θα μονιμοποιηθεί μια μεγάλη μερίδα των έκτακτων συναδέλφων. Παράλληλα, θα πρέπει να διασφαλιστεί το μέλλον των συναδέλφων αορίστου χρόνου που πιθανόν να μην μονιμοποιηθούν πριν το 2027 και βρίσκονται στον κατάλογο διοριστέων ή στον κατάλογο διορισίμων, τοποθετώντας τους σε ξεχωριστό κατάλογο μέχρι τη μονιμοποίησή τους. Θα ήταν εξωφρενικό να διωχθούν αυτοί οι συνάδελφοι από την εκπαίδευση ή να εξαναγκαστούν σε εξέταση μετά από 5-10-15 χρόνια εργασίας στο Δημόσιο Σχολείο. Ταυτόχρονα, η λειτουργία του καταλόγου διοριστέων θα πρέπει να παραταθεί. Θα πρέπει να παραταθεί για τους συμβασιούχους που δεν θα προλάβουν να μονιμοποιηθούν ή να γίνουν αορίστου μέχρι το 2027 έτσι ώστε να επαναδιορίζονται από τον συγκεκριμένο κατάλογο. Ο κατάλογος διοριστέων παράλληλα θα πρέπει να συνεχίσει να λειτουργεί ως κατάλογος αντικαταστάσεων έτσι ώστε να διασφαλιστούν τα δικαιώματα των αντικαταστατών. Τέλος, η δημιουργία δεξαμενής αντικαταστατών με ετήσιες συμβάσεις θα βοηθήσει στη σταθερότητα του προσωπικού και στην πιο εύρυθμη λειτουργία των σχολείων.
Η επίσημη πλευρά γνωρίζει πολύ καλά τόσο τα δεδομένα όσο και τις λύσεις που θα αμβλύνουν το πρόβλημα. Λύσεις οι οποίες θα βοηθήσουν τα σχολεία να αποκτήσουν πιο σταθερό προσωπικό, με ελάχιστο ως καθόλου κόστος. Ας σταματήσει να μετρά με το σταγονόμετρο τις μονιμοποιήσεις και ας υλοποιήσει τις υποχρεώσεις της προς τους έκτακτους εκπαιδευτικούς που υπηρετούν τα σχολεία εδώ και χρόνια.
*Οργ. Γρ. ΠΟΕΔ
Οργ. Γρ. Α.Κί.ΔΑ
ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ ΧΑΤΖΗΛΟΪΖΟΥ*
Η ΠΟΕΔ εδώ και αρκετούς μήνες αναδεικνύει συνεχώς το πρόβλημα της υποστελέχωσης των σχολείων. Η υποστελέχωση προκύπτει από την αδυναμία της επίσημης πλευράς να καλύψει με αντικαταστάσεις τα αυξημένα κενά σε εκπαιδευτικό προσωπικό που δημιουργούνται από την πανδημία. Αν και υπάρχουν χιλιάδες αδιόριστοι εκπαιδευτικοί στους καταλόγους διοριστέων, εντούτοις εκατοντάδες αντικαταστάσεις κάθε μέρα μένουν αδιάθετες. Πρόσφατα, η Οργάνωση προχώρησε σε μονόωρη στάση εργασίας ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τρία θέματα, ένα εκ των οποίων ήταν η μη αποστολή αντικαταστατών στα Δημοτικά, Νηπιαγωγεία και Ειδικά Σχολεία.
Σε μια προσπάθεια να αποδομήσει την επιχειρηματολογία της ΠΟΕΔ, ο ΥΠΠΑΝ ισχυρίστηκε δημόσια πως: «Μέχρι στιγμής έχουν καλυφθεί όλες οι αντικαταστάσεις». Τα στοιχεία όμως που δημοσιοποιεί η αρμόδια επιτροπή, η ΕΕΥ, διαψεύδουν τον Υπουργό κατηγορηματικά. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Επιτροπής που αναρτώνται καθημερινά από την ΕΕΥ, μέσα σε 3μιση βδομάδες (από 17/1 μέχρι 8/2) δεν καλύφθηκαν αντικαταστάσεις στα Δημοτικά, Νηπιαγωγεία και Ειδικά Σχολεία περίπου 1700 φορές. Ποσοστό 60% των αντικαταστάσεων που δημοσιοποιήθηκαν σε αυτό το διάστημα ΔΕΝ δόθηκαν/διεκδικήθηκαν. Το ποσοστό είναι ακόμη πιο μεγάλο για την Ειδική Εκπαίδευση αφού ξεπερνά το 75%. Τι σημαίνουν αυτά τα στοιχεία; Τις τελευταίες 3μιση βδομάδες:
- Για τρία στα τέσσερα παιδιά που τυγχάνουν Ειδικής Εκπαίδευσης ή φοιτούν σε Ειδικές Μονάδες και Ειδικά Σχολεία δεν αντικαταστάθηκαν οι εκπαιδευτικοί τους. Αυτό το στατιστικό σε συνδυασμό με την αναγκαστική αξιοποίηση ειδικών εκπαιδευτικών για να κλείσουν τρύπες σε τμήματα που δεν έχουν εκπαιδευτικό, οδηγεί σε τεράστιες απώλειες στον χρόνο διδασκαλίας των παιδιών που τυγχάνουν ειδικής εκπαίδευσης.
- Υπήρχαν αντικαταστάσεις (π.χ. στην ειδικότητα των Κωφών) που προκηρύσσονταν κάθε μέρα για ολόκληρες βδομάδες. Αυτά τα παιδιά και άλλα πολλά επηρεάστηκαν σε τεράστιο βαθμό από την αδυναμία του ΥΠΠΑΝ να αντικαταστήσει τους εκπαιδευτικούς τους.
- Το πρόβλημα αντί να αμβλύνεται χειροτερεύει αφού πλέον και στα Νηπιαγωγεία μένει μεγάλος αριθμός αντικαταστάσεων αδιάθετος. Χθες, 8 Φεβρουαρίου, ήταν η χειρότερη μέρα των τελευταίων βδομάδων αφού περίπου ποσοστό 75% των αντικαταστάσεων στα Δημοτικά, Νηπιαγωγεία και Ειδικά Σχολεία ΔΕΝ δόθηκαν.
- Τα κενά αυτά σε 3μιση βδομάδες άφησαν για 1700 περίπου μέρες σχολεία χωρίς εκπαιδευτικό. Με μέσο όρο ανά εκπαιδευτικό 5.5 διδακτικές ώρες την ημέρα προκύπτουν 9350 αναπληρώσεις. Αυτές είναι οι αναπληρώσεις που θα έκαναν σε ολόκληρη τη σχολική χρονιά 935 εκπαιδευτικοί, δηλαδή περίπου το 15% του συνόλου των εκπαιδευτικών. Και αυτό χωρίς να υπολογίσουμε τις απουσίες των εκπαιδευτικών που δεν καταχωρούνται καν στο σύστημα της ΕΕΥ επειδή είναι ολιγοήμερες.
- Από τις αντικαταστάσεις που βρήκαν κάτοχο, αν δίνονταν με πλήρες ωράριο (29 ώρες), τότε θα "κέρδιζαν" τα σχολεία περίπου 900 ώρες (αναλόγως φυσικά της διάρκειας της κάθε αντικατάστασης). Μια τέτοια κίνηση θα έδινε μεν μια αναπνοή στα σχολεία αλλά σαφώς και δεν θα έλυνε το πρόβλημα αφού θα καλύπτονταν μόνο το 10% περίπου των κενών που παρατηρήθηκαν το ίδιο διάστημα από την υποστελέχωση των σχολείων.
Κάπου εδώ αξίζει να αναφέρουμε πως αν όλες οι αντικαταστάσεις από 23 ώρες και πάνω δίνονταν με πλήρες ωράριο, το επιπρόσθετο κόστος για το Κράτος θα ήταν πολύ μικρό. Για παράδειγμα, στη Δημοτική αναμένεται να χρειαστεί περίπου 2-3% αύξηση στο κονδύλι των αντικαταστάσεων για να αποστέλνονται όλοι οι αντικαταστάτες και οι αντικαταστάτριες με πλήρες ωράριο. Ενδεικτικά, το κόστος για τις αντικαταστάσεις το 2020 για τη Δημοτική ήταν 5.5 εκατομμύρια ευρώ. Με ένα πολύ μικρό επιπρόσθετο κόστος ετησίως, όλες οι αντικαταστάσεις στη Δημοτική θα μπορούσαν να γίνονται με πλήρες ωράριο και να αξιοποιούνται οι ώρες προς όφελος του σχολείου και των παιδιών.
Οι εκπαιδευτικοί ζητούν αποστολή αντικαταστατών με πλήρες ωράριο για να αμβλυνθεί έστω και λίγο το τεράστιο πρόβλημα υποστελέχωσης των σχολείων. Ζητάμε επιτέλους να καθοριστούν και να βελτιωθούν οι όροι υπηρεσίας των αντικαταστατών και να διασφαλιστεί το εργασιακό τους μέλλον μετά το 2027 για να επιλέξουν να εργαστούν στο δημόσιο σχολείο. Ζητάμε εφαρμογή της δεξαμενής αντικαταστατών για άμεση κάλυψη των ολιγοήμερων απουσιών. Το πρόβλημα είναι υπαρκτό και ορατό καθημερινά στην ιστοσελίδα της ΕΕΥ. Ο διάλογος δεν έπρεπε να εστιάζεται στο κατά πόσον το πρόβλημα υπάρχει αλλά στην εξεύρεση λύσεων.
*Οργανωτικός Γραμματέας ΠΟΕΔ
Οργανωτικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ
ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ*
Τα τελευταία δύο χρόνια, τα σχολεία και οι εκπαιδευτικοί, δοκιμάζονται καθημερινά. Ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που ταλανίζει τα σχολεία, είναι η αδυναμία εξεύρεσης αντικαταστατών και άρα η υποστελέχωσή τους. Αλυσιδωτά προκύπτουν ζητήματα απώλειας διδακτικού χρόνου, ταλαιπωρίας του υπόλοιπου προσωπικού, αλλά και ασφάλειας. Πρωτεύοντα ρόλο στη διαμορφωθείσα κατάσταση έχει η δυστοκία της Επίσημης Πλευράς να λύσει ικανοποιητικά και καταλυτικά τα ζητήματα των αντικαταστάσεων και αντικαταστατών. Ζητήματα που με το πέρασμα των χρόνων, όχι μόνο δεν αμβλύνονται αλλά πολλαπλασιάζονται και γιγαντώνονται! Την ίδια ώρα το ΥΠΠΑΝ ψάχνει να βρει λύσεις στο πρόβλημα έλλειψης ενδιαφερόμενων εκπαιδευτικών, σε λάθος κατεύθυνση, προκρίνοντας πρακτικές που είναι απλά πρόσκαιρες και αμφιλεγόμενες.
Εδώ και χρόνια, έχει καταγραφεί και αναδειχθεί, πως η μόνη και σίγουρη λύση που θα έπρεπε να τροχοδρομηθεί τάχιστα, είναι η διασφάλιση αξιοπρεπών και δίκαιων συνθήκων εργοδότησης στους αδιόριστους συναδέλφους εκπαιδευτικούς. Στοιχειώδη ωφελήματα και κίνητρα, για να καταστίσουν τον διορισμό σε θέση αντικαταστάτη ελκυστικό. Μόνο με αυτό τον τρόπο, θα λυθούν μόνιμα και αποτελεσματικά οι ελλείψεις και θα προσφερθεί ποιοτική εκπαίδευση στους μαθητές.
Πρόσφατα, μετά από πιέσεις της ΠΟΕΔ, έγινε δεκτό το αίτημα για πληρωμένη άδεια ασθενείας σε αντικαταστάτες, σε περίπτωση νόσησης από COVID-19[1]. Ουσιαστικά για πρώτη φορά, αναγνωρίζεται το δικαίωμα για άδεια ασθενείας σε αντικαταστάτες, κάτι που ζητείτο επισταμένα για δεκαετίες. Θετική κρίνεται επίσης, η ανακοίνωσή της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας που αναφέρει πως η υπηρεσία στη θέση αντικαταστάτη, θα υπολογίζεται στις μονάδες ετών υπηρεσίας που αποτελούν μέρος του συνόλου των μονάδων μετάθεσης[2]. Αιτήματα ανάμεσα σε πολλά άλλα, που είχαν καταγραφεί σε σειρά άρθρων και δημόσιων τοποθετήσεων, εδώ και καιρό.[3] [4] [5] [6] [7] Οι εν λόγω αποφάσεις, σαφέστατα είναι βήματα προς την ορθή κατεύθυνση. Αποτελούν ένα σκαλί, για τη βελτίωση των απαράδεκτων συνθηκών εργασίας των αντικαταστατών και που συντείνουν στην αδυναμία εξεύρεσης ενδιαφερομένων, για κάλυψη των αναγκών στα σχολεία.
Την ίδια ώρα, επιβάλλεται να τροχοδρομηθούν, προς άμεση επίλυση και τα υπόλοιπα βαλτωμένα ζητήματα που εμπίπτουν στο κεφάλαιο «αντικαταστάτες και αντικαταστάσεις». Πρώτιστα, επιβάλλεται να προχωρήσει ο καθορισμός όρων υπηρεσίας των αντικαταστατών και η βελτίωση των συνθηκών εργασίας τους. Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να διασφαλιστεί η μόνιμη πλέον, κατοχύρωση του αναφαίρετου δικαιώματος των αντικαταστατών σε πληρωμένη άδεια, ανεξαρτήτου υγειονομικών συνθηκών και πανδημίας. Σημαντική επίσης είναι, η επαναφορά του πλήρους ωραρίου εργοδότησης των αντικαταστατών, εξισώνοντάς τους ως ισότιμους συναδέλφους. Η Πολιτεία, πρέπει ακόμη, να μελετήσει την επαγγελματική διασφάλιση των αντικαταστατών και μετά το 2027, χρονιά που καταργείται ο κατάλογος διοριστέων και άρα τους αφήνει μετέωρους. Εξάλλου, η κατάργηση των καταλόγων διοριστέων, αναπόφευκτα θα δημιουργήσει τεράστια προβλήματα και στην εξεύρεση αντικαταστατών, μιας και στους καταλόγους διορισίμων περιλαμβάνονται πολύ λιγότεροι υποψήφιοι. Τέλος, αναμένεται η άμεση εφαρμογή της "δεξαμενής αντικαταστατών" για ολιγοήμερες αντικαταστάσεις. Μια πρακτική που θα βοηθήσει σημαντικά τα σχολεία και θα διασφαλίσει πως δεν θα προκύπτουν σοβαρά προβλήματα υποστελέχωσης.
Για δεκαετίες καταγράφεται η απροθυμία ή η αδυναμία της Επίσημης Πλευράς να εγκύψει στα θέματα των αντικαταστατών. Πρόκειται για ένα διαχρονικό πρόβλημα που με τα χρόνια διογκώνεται, με αλυσιδωτές συνέπειες στην εύρυθμη λειτουργία των σχολείων. Δυστυχώς, η δυστοκία αυτή, έδειξε με τον πιο σκληρό τρόπο τις συνέπειές της, τα τελευταία δύο χρόνια. Μια χρονική περίοδο που τα σχολεία είχαν τεράστια κενά και ανάγκες σε προσωπικό, αλλά στάθηκε αδύνατον να καλυφθούν. Συνεπώς, είναι εκ των ων ουκ άνευ, πως επιβάλλεται να προωθηθούν τάχιστα λύσεις για τις αντικαταστάσεις και τους αντικαταστάτες. Λύσεις που θα βοηθήσουν βραχυπρόθεσμα αλλά και μακροπρόθεσμα τα σχολεία να λειτουργήσουν ομαλά, αλλά και θα δείξουν τον δέοντα σεβασμό και αναγνώριση σε μια πολύ μεγάλη μερίδα συναδέλφων.
* Μέλος ΔΣ ΠΟΕΔ, Γενικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ