Από το 2015, όταν ψηφίστηκε το νέο σύστημα διορισμών, αλλά και το 2017, όταν ψηφίστηκαν οι κανονισμοί του συστήματος και έγινε η πρώτη σειρά εξετάσεων, είχαν αναδειχθεί οι στρεβλώσεις και τα προβλήματα που αναμένονταν να εμφανιστούν τα αμέσως επόμενα χρόνια. Είχαν δε κατατεθεί έντονοι προβληματισμοί για το όλο εγχείρημα και μέχρι και την ψήφιση του νέου συστήματος διορισμών στην Εκπαίδευση, είχαν ασκηθεί έντονες πιέσεις προς την Κυβέρνηση και τα κόμματα, για να επανεξεταστεί το σχέδιο αλλά και αρκετές παράμετροί του.
Εντέλει, το νέο σύστημα διορισμών αφού πέρασε από τη Βουλή, εφαρμόστηκε το 2017 και έξι χρόνια μετά τις πρώτες εξετάσεις, τα προβλήματα που εμφανίστηκαν και εμφανίζονται, απειλούν το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα. Επιγραμματικά, καταγράφεται πως το σύστημα διορισίμων με παραδοχή και από το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας, δεν είναι ελκυστικό, σημειώνεται μεγάλο ποσοστό αποτυχίας στις εξετάσεις, η στάθμιση των εξετάσεων δεν επιτρέπει την αύξηση των επιτυχόντων και οι κατάλογοι δεν καταφέρνουν να συγκεντρώσουν ικανοποιητικό αριθμό υποψηφίων. Οι εκπαιδευτικοί με το καθεστώς του αορίστου χρόνου αυξάνονται ραγδαία και σε λίγα χρόνια από σήμερα μεγάλος αριθμός εκπαιδευτικών είτε θα είναι μετέωροι όντας αορίστου εκτός καταλόγων, είτε θα είναι εκτός εκπαιδευτικού συστήματος. Οι δε εκπαιδευτικές ανάγκες, είναι πολύ περισσότερες από τα άτομα που περιλαμβάνονται στους πίνακες διορισίμων με την κατάργηση του καταλόγου διοριστέων να πλησιάζει. Προφανώς οι στρεβλώσεις είναι πολλές και αν δεν προχωρήσουμε σε άμεσες και ουσιαστικές λύσεις, θα οξυνθούν ακόμη περισσότερο.
Με βάση τα δεδομένα που υπάρχουν, η διατήρηση του καταλόγου διοριστέων αποτελεί μονόδρομο. Αξίζει να αναφερθεί ότι η διατήρηση του καταλόγου διοριστέων, αποτελεί θέση της ΠΟΕΔ, αφού υπάρχει κοινή πεποίθηση, πως η διατήρηση του καταλόγου διοριστέων, θα βοηθήσει καταλυτικά, την ομαλή λειτουργία του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Ουσιαστικά, έχουμε την άποψη, ότι η Κυβέρνηση αλλά και το Υπουργείο Παιδείας, πρέπει να προχωρήσουν τάχιστα, προς δύο κατευθύνσεις:
Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, πρέπει να εξευρεθούν τρόποι, ώστε να μη θυματοποιηθούν εκπαιδευτικοί που βρίσκονται στη Δημόσια Εκπαίδευση και βιώνουν εργασιακή αβεβαιότητα ή κινδυνεύουν να οδηγηθούν στην έξοδο από τα Δημόσια Σχολεία.
Ο πίνακας διοριστέων πρέπει να διατηρηθεί, ώστε να διασφαλιστεί η κοινωνική δικαιοσύνη, να προλάβει κοινωνικές αρνητικές προεκτάσεις/αντιδράσεις και το επηρεαζόμενο ανθρώπινο δυναμικό να τύχει έμπρακτου σεβασμού. Με τη διατήρηση του καταλόγου διοριστέων, διασφαλίζεται ο επαναδιορισμός των εκπαιδευτικών που στελεχώνουν τα σχολεία είτε ως αντικαταστάτες είτε ως συμβασιούχοι επί σειρά ετών, προσφέροντας στους μαθητές ποιοτική εκπαίδευση. Άτομα που έχουν κτίσει τη ζωή τους γύρω από την εργασία, μέσω του πίνακα διοριστέων, σε λίγα χρόνια θα οδηγηθούν στην ανεργία, αφού δεν θα μπορούν να εξασφαλίσουν καμιά εργοδότηση στα δημόσια σχολεία, αφού ο μοναδικός τρόπος εισδοχής θα είναι οι εξετάσεις, που είτε δεν έχουν δώσει, είτε το πιο πιθανόν θα αποτύχουν σε αυτές, όπως θα αναλυθεί στη συνέχεια.
Η εργασιακή αβεβαιότητα και με δεδομένο πως οι εκπαιδευτικοί γνωρίζουν πως σε λίγα χρόνια δύναται να είναι άνεργοι, αναπόφευκτα επηρεάζει την παρεχόμενη εκπαίδευση, προκαλεί μείωση της αποδοτικότητας και μεγιστοποιεί την παραπαιδεία. Η ανακύκλωση εκπαιδευτικών που θα επιφέρει η κατάργηση του Πίνακα Διοριστέων, προκαλεί εργασιακό άγχος αποδυναμώνοντας το εκπαιδευτικό έργο. Ο πίνακας διοριστέων διασφαλίζει το αίσθημα εργασιακής ασφάλειας και σταθερότητας.
Οι εκπαιδευτικοί που βρίσκονται στους πίνακες διοριστέων έχουν αποκτήσει σημαντική εκπαιδευτική εμπειρία, από την εργασία τους στα Δημόσια Σχολεία και το ΥΠΑΝ έχει επενδύσει σε αυτούς. Ουσιαστικά έχουν δαπανηθεί σημαντικά κεφάλαια για την επιμόρφωσή τους και την εμπειρία τους. Τα στοιχεία αυτά, σύμφωνα και με τη διεθνή βιβλιογραφία, είναι ζωτικά για την παροχή ποιοτικής και αποτελεσματικής διδασκαλίας. Η κατάργηση του πίνακα Διοριστέων πετάει στα σκουπίδια την επένδυση του κράτους και την εκπαιδευτική εμπειρία σημαντικού αριθμού εκπαιδευτικών.
Οι πίνακες διορισίμων δεν μπορούν να καλύψουν τις εκπαιδευτικές ανάγκες, εφόσον είναι πολύ περισσότερες από τους υποψηφίους στους πίνακες αυτούς. Σε αρκετές ειδικότητες, ο κατάλογος διορισίμων αριθμεί πολύ μικρό αριθμό υποψηφίων, όπως για παράδειγμα: Δασκάλων: 371, Νηπιαγωγών: 415, Ειδικών Μαθησιακών: 321, Λογοθεραπείας: 87, Φιλολόγων: 37, Μαθηματικών: 91, Φυσικών: 63, Γαλλικών: 58 κ.ο.κ. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, το καλοκαίρι του 2023, από την πρώτη κιόλας σειρά διορισμών, έχει εξαντληθεί ο κατάλογος διορισίμων των δασκάλων, των φιλολόγων, των μαθηματικών, και των γαλλικών. Ουσιαστικά, επιβεβαιώνεται πως οι ανάγκες σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να καλύπτονται μόνο μέσω του συστήματος διορισίμων. Είναι σαφές, πως το 2027, όταν καταργηθεί ο κατάλογος διοριστέων, πολύ απλά δεν θα υπάρχουν υποψήφιοι για να διοριστούν και να καλύψουν τις ανάγκες των σχολείων. Συνεπακόλουθα, η στελέχωση των σχολείων θα είναι αδύνατη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Σημειώνεται επίσης, πως τη φετινή σχολική χρονιά, μετά από την απόφαση για κατάργηση της αγοράς υπηρεσιών και της προσφοράς συμβάσεων μέσω των καταλόγων της ΕΕΥ, η στελέχωση στα ΠΟΣ στη Δημοτική, έγινε μόνο από τον κατάλογο διοριστέων, αφού δεν υπάρχουν διαθέσιμοι υποψήφιοι στον κατάλογο διορισίμων. Κι όλα αυτά, χωρίς να υπολογίζονται και οι τεράστιες ανάγκες για αντικαταστάτες, που προκύπτουν καθεχρονικά. Οι πίνακες διορισίμων είναι αδύνατο να αυξήσουν τους υποψηφίους, λόγω του τεράστιου ποσοστού αποτυχίας, εξαιτίας του πολύ ψηλού βαθμού δυσκολίας της πρώτης εξέτασης του 2017. Η στατιστική επεξεργασία και η στάθμιση καθορίζει και το ποσοστό αποτυχίας/επιτυχίας των επόμενων εξετάσεων. Συνεπώς, μέχρι το 2027 είναι αδύνατο να αυξηθούν οι συμμετέχοντες στους καταλόγους αυτούς. Η διατήρηση του πίνακα διοριστέων, διασφαλίζει την ύπαρξη ικανοποιητικού αριθμού υποψηφίων στο σύστημα και λύνει το πρόβλημα μακροχρόνια και όχι μόνο βραχυχρόνια.
Τονίζεται πως η διατήρηση του καταλόγου διοριστέων, δεν επηρεάζει το σύστημα διορισίμων και δεν το αντιμάχεται. Αναγνωρίζεται όμως, πως το σύστημα διορισίμων, χρήζει βελτίωσης, ώστε να απαλειφθούν οι στρεβλώσεις, να γίνει πιο δίκαιο, λειτουργικό και ελκυστικό. Επιγραμματικά κάποιες από τις στρεβλώσεις είναι:
Με βάση τα πιο πάνω, η διατήρηση του καταλόγου, είναι επιβεβλημένη και αναγκαία, αφού θα λύσει μακροχρόνια, τα προβλήματα που υπάρχουν ή θα υπάρξουν. Σε παράλληλη πορεία, είναι αναγκαία επίσης, η ενδελεχής αξιολόγηση του συστήματος διορισίμων, ώστε να τύχει βελτιώσεων, που να το κάνουν πιο λειτουργικό, δίκαιο, αξιοκρατικό και αξιόπιστο.
Μιχάλης Αλεξόπουλος, Γενικός Οργανωτικός Γραμματέας ΠΟΕΔ, Γενικός Γραμματέας Α.Κί..ΔΑ.
Μαρία Κασάπη, Αντικαταστάτρια Δημοτικής Εκπαίδευσης, Ομάδα Πρωτοβουλίας για τη Διατήρηση του Καταλόγου Διοριστέων
Να μην αδικηθεί η εκπαίδευση και οποιoσδήποτε εκπαιδευτικός
ΤΟΥ ΧΑΡΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ*
Η επίλυση των προβλημάτων που δημιουργήθηκαν από το 2015 με την ψήφιση του νέου σχεδίου διορισμών στην εκπαίδευση και των σχετικών κανονισμών του 2017 και αφορούν στους καταλόγους διοριστέων και στους καταλόγους διορισίμων, όσο πολύπλοκη και δύσκολη κι αν φαντάζει για κάποιους, είναι πολύ απλή και κατανοητή σε όσους θέλουν να την καταλάβουν και να την αποδεχτούν. Έχω την άποψη πως δεν χρειάζονται ούτε ευφάνταστες λύσεις ούτε η επίκληση πολύπλοκων σχεδίων, για να σταματήσει το τσουνάμι που αναμένεται να πλήξει την εκπαίδευση το 2027, αν δεν αλλάξει έγκαιρα η υφιστάμενη νομοθεσία.
Σημειώνω πως είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό και θετικό, το γεγονός ότι οι συζητήσεις και ο διάλογος έχουν τουλάχιστον αρχίσει έγκαιρα. Σημαντικό είναι επίσης και το γεγονός ότι αρκετοί βουλευτές και Κόμματα, αλλά και στο ΥΠΑΝ, δείχνουν να κατανοούν τη σοβαρότητα του προβλήματος και τις λύσεις που επιβάλλεται να βρεθούν. Υπάρχουν βέβαια και αυτοί που για τους δικούς τους λόγους, επιμένουν σε λύσεις παράλυσης της εκπαίδευσης το 2027 και σε θυματοποίηση χιλιάδων εκπαιδευτικών.
ΜΗ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΑΛΟΓΟΥ ΔΙΟΡΙΣΤΕΩΝ
Σε ό,τι αφορά τον κατάλογο διοριστέων, πιστεύω πως η λύση είναι πολύ απλή για όσους θέλουν να το αντιληφθούν, γιατί δυστυχώς υπάρχουν και κάποιοι που έστω και συγκεκαλυμενα δεν θέλουν. ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΘΕΙ ο κατάλογος Διοριστέων και παράλληλα μπορεί να κλειδώσει το 2027, με όσα άτομα θα βρίσκονται σ’ αυτόν. Να συνεχίσουν δηλαδή να διορίζονται το 50% από αυτό τον κατάλογο και να συνεχίσουν να γίνονται οι αντικαταστάσεις από αυτόν, όπως ισχύει σήμερα, μέχρι να εξαντληθεί.
Για ποιους λόγους είναι επιτακτική ανάγκη να γίνει αυτή η ρύθμιση
Το ΥΠΑΝ και η Εκτελεστική εξουσία πρέπει να προωθήσουν στη Βουλή αυτή την απλή ρύθμιση, γιατί σε διαφορετική περίπτωση το 2027, με απλά μαθηματικά, θα ψάχνουν κυριολεκτικά εκπαιδευτικούς για να στελεχώσουν τα σχολεία μας είτε με συμβάσεις είτε για τις αντικαταστάσεις και δεν θα βρίσκουν (ενώ θα υπάρχουν χιλιάδες προσοντούχοι με εμπειρία, τους οποίους Πολιτεία και Βουλή θα τους διαγράψουν) !!!
Παράλληλα εκατοντάδες νέοι εκπαιδευτικοί που βρίσκονται σήμερα στον κατάλογο διοριστέων και έχουν μετατραπεί ή θα μετατραπούν λόγω της 30μηνης υπηρεσίας τους, σε αορίστου χρόνου εκπαιδευτικούς, θα μείνουν κυριολεκτικά στο "κενό".
Την ίδια ώρα Κυβέρνηση και Βουλή κυριολεκτικά θα εγκληματήσουν, γιατί θα οδηγήσουν στην ανεργία χιλιάδες νέους προσοντούχους εκπαιδευτικούς, με πάρα πολλούς εξ αυτών, να έχουν και επιπρόσθετα προσόντα αλλά και πάρα πολλές εμπειρίες στην εκπαίδευση. Κι όλα αυτά την ώρα που σε πάρα πολλές χώρες της Ευρώπης και στον υπόλοιπο κόσμο, υπάρχει τεράστια έλλειψη εκπαιδευτικών. Σ’ αυτή όμως την περίεργη κάποιες φορές χώρα, τους έχουμε και θα τους διώξουμε!!! Με απλά λόγια, σε ένα από τα λίγα θέματα που δεν έχουμε πρόβλημα, θα το δημιουργήσουμε!
ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΤΩΝ ΣΤΡΕΒΛΩΣΕΩΝ ΣΤΟ ΝΣΔΕ - ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ - ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ
Με τημ ψήφιση της σχετικής νομοθεσίας το 2015 και τους κανονισμούς του 2017, έχουν σήμερα δημιουργηθεί πολλές στρεβλώσεις, οι οποίες κατά την άποψή μου βασανίζουν κυριολεκτικά τους υποψήφιους, με συνεχόμενες εξετάσεις και λίγες πιθανότητες επιτύχιας στην εξέταση, η οποία καθορίστηκε με τους κανονισμούς του 2017. Τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός πως στην Δημοτική Εκπαίδευση, ο κατάλογος με εκπαιδευτικούς Δημοτικής εξαντλήθηκε φέτος, από την πρώτη σειρά διορισμών του καλοκαιριού!
Κατά την φετινή σχολική χρονιά οι περισσότεροι διορισμοί έγιναν από τον κατάλογο διοριστέων όπως και οι αντικαταστάσεις. Σημειώνω επίσης πως τη δεδομένη στιγμή συνεχίζουμε να αντιμετωπίζουμε πολύ σοβαρό πρόβλημα στην εξεύρεση αντικαταστατών (πρέπει να αποκτήσουν τα βασικά εργασιακά δικαιώματα), με αποτέλεσμα να δημιουργούνται δυσκολίες στην ομαλή λειτουργία των σχολείων και των προαιρετικών Ολοήμερων.
Τι πρέπει να γίνει κατά την προσωπική μου εκτίμηση
Θα πρέπει να γίνουν διαφοροποιήσεις στους κανονισμούς του 2017, έτσι ώστε τόσο το περιεχόμενο όσο και ο τρόπος εξέτασης, να μην αποκλείουν σε τόσο αδικαιολόγητα μεγάλο ποσοστό, τους προσοντούχους υποψήφιους.
Έχω έντονη άποψη ότι το μπες - βγες στους καταλόγους διορισίμων πρέπει να σταματήσει άμεσα, όπως και η εκμετάλλευση που γίνεται σε βάρος των εκπαιδευτικών, με τις συνεχόμενες αχρείαστες και απάνθρωπες εξετάσεις, πίσω από τις οποίες φαίνεται να έχει στηθεί ένας ολόκληρος μηχανισμός φροντιστηρίων.
Η εξέταση δεν θα πρέπει να επαναλαμβάνεται όταν ο υποψήφιος περάσει την εξέταση.
Ο υποψήφιος για διορισμό θα πρέπει να τοποθετείται στον κατάλογο διορισίμων και να έχει σειρά διορισμού, χωρίς να μπορεί κάποιος να τον αφαιρέσει από τον κατάλογο ή/και να τον προσπέρασει.
Θεωρώ πως το εργασιακό άγχος και η εργασιακή ανασφάλεια που προκαλείται από το σύστημα και τους υφιστάμενους κανονισμούς που διέπουν το νέο σχέδιο διορισμών, αν δεν διορθωθούν σύντομα, μακροπρόθεσμα θα οδηγήσουν στη μείωση του ενδιαφέροντος των νέων για να ενταχθούν στην εκπαίδευση κάτω από τέτοιες προϋποθέσεις, συνεπώς θα υπάρχουν επιπτώσεις και στο επίπεδο.
Λήψη αποφάσεων από Εκτελεστική και Νομοθετική εξουσία έγκαιρα:
Εν κατακλείδι, η διόρθωση των στρεβλώσεων που έχουν προκύψει λόγω της νομοθεσίας που ψηφίστηκε το 2015 και των σχετικών κανονισμών του 2017, πρέπει να γίνει έγκαιρα και πριν προκληθούν ακόμη περισσότερα και σοβαρότερα προβλήματα στην εκπαίδευση.
Πολιτεία και Βουλή θα πρέπει το συντομότερο δυνατόν, να προχωρήσουν σε νομοθετικές ρυθμίσεις, οι οποίες θα συμβάλουν στην ομαλή και εύρυθμη λειτουργία των σχολείων μας, χωρίς να αδικούν οποιονδήποτε συνάδελφο, είτε αυτός βρίσκεται στον κατάλογο διοριστέων, είτε βρίσκεται στον κατάλογο διορισίμων. Δεν πρέπει να υπάρχει καμία αντιπαλότητα μεταξύ των δύο καταλόγων, αφού μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά δημιουργώντας μια ισορροπία στην στελέχωση των σχολείων μας.
Προσωπικά τόσο ως στέλεχος της Α.Κί.ΔΑ όσο και ως Γενικός Γραμματέας της ΠΟΕΔ, θα συνεχίσω να επιμένω και να διεκδικώ την επίλυση των δύο προβλημάτων, μέχρι τη δικαίωση των συναδέλφων μου, σε όποιον κατάλογο κι αν βρίσκονται, αλλά και για να αποφευχθεί το έμφραγμα στην εκπαίδευση το 2027. Γνωρίζω πως η δράση μας ενοχλεί αρκετούς, ιδιαίτερα σε κάποιο Κινησιακό Κομματικό χώρο. Δυστυχώς γι’ αυτούς, θα συνεχίσουμε την προσπάθειά, τόσο μέσα από την Α.Κί.ΔΑ, όσο και μέσα από την ΠΟΕΔ, πάρα τις όποιες ενέργειές τους, ακόμη και με αθέμιτο τρόπο, που έχουν ως στόχο να διαστρεβλώνουν τις αλήθειες και να σπιλώσουν τόσο την υπερκομματική Α.Κί.ΔΑ η οποία θεωρούν πως τους "απειλεί", όσο και μένα προσωπικά.
*Γενικός Γραμματέας ΠΟΕΔ και μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας της Α.Κί.ΔΑ
ΤΩΝ ΛΕΩΝΙΔΑ ΧΑΤΖΗΛΟΪΖΟΥ*, ΜΙΧΑΛΗ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ** ΚΑΙ ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΦΩΤΙΑΔΟΥ***
Η σημαντικότητα της επικαιροποίησης των κανονισμών λειτουργίας των σχολείων είναι αδιαμφισβήτητη, αφού επηρεάζει άμεσα την εύρυθμη λειτουργία τους. Μετά από αρκετά χρόνια στασιμότητας και αδικαιολόγητης κωλυσιεργίας, ο διάλογος για τον εκσυγχρονισμό των κανονισμών λειτουργίας επιτέλους, επανήρχισε. Από την πρώτη στιγμή οι κανονισμοί μελετήθηκαν ενδελεχώς και εντοπίστηκε σωρεία ζητημάτων που έχρηζαν αλλαγών, τα οποία και κατατέθηκαν στα Συλλογικά Σώματα της ΠΟΕΔ, μέσω της Α.Κί.ΔΑ.
Μελετώντας το προσχέδιο των κανονισμών που έχει προωθηθεί στη Βουλή, φαίνεται πως αρκετά από τα σημεία που καταγράφηκαν έχουν διορθωθεί. Αναγκαζόμαστε όμως να σημειώσουμε τη δυσφορία και δυσαρέσκειά μας από το γεγονός πως το ΥΠΑΝ δεν έλαβε υπόψη τη διαφωνία τόσο της Α.Κί.ΔΑ., όσο και της ΠΟΕΔ, για το άρθρο που αναφέρεται στους τύπους των σχολείων. Με βάση τους υφιστάμενους κανονισμούς, τα σχολεία διακρίνονται σε μονοδιδάσκαλα (με 1 δασκάλα/ο - νηπιαγωγό), διδιδάσκαλα (με 2 δασκάλες/ους - νηπιαγωγούς) και πολυδιδάσκαλα (με 3 ή περισσότερες/ους δασκάλες/ους - νηπιαγωγούς). Διδιδάσκαλα σχολεία διευθύνονται από απλή/ο δασκάλα/ο - νηπιαγωγό ή Βοηθό Διευθυντή/τρια ενώ τα πολυδιδάσκαλα διευθύνονται απαραιτήτως από Διευθυντή/τρια
Αυτή τη στιγμή, μεγάλος αριθμός νηπιαγωγείων δεν πληροί τις παραπάνω προϋποθέσεις, αφού δεν διοικείται από το προσωπικό που απαιτείται με βάση τους υφιστάμενους κανονισμούς. Κατά την περσινή σχολική χρονιά, 40 περίπου πολυθέσια νηπιαγωγεία διοικούνταν από Βοηθούς Διευθύντριες ή απλές/ους νηπιαγωγούς, λόγω της έλλειψης Διευθυντριών και της άρνησης του ΥΠΑΝ να δημιουργήσει τις απαραίτητες οργανικές διοικητικές θέσεις. Ταυτόχρονα, υπήρχε μεγάλη έλλειψη Βοηθών Διευθυντριών για να διοικηθούν τα διθέσια νηπιαγωγεία, με αποτέλεσμα η συντριπτική πλειοψηφία να διοικείται από απλές/ους νηπιαγωγούς, δημιουργώντας σωρεία δυσκολιών και προβλημάτων, δυσχεραίνοντας έτσι την εύρυθμη λειτουργία τους.
Δυστυχώς, παρόλο που ο μαθητικός πληθυσμός στα δημόσια νηπιαγωγεία έχει αυξηθεί κατά σχεδόν 30% τα τελευταία 20 περίπου χρόνια, οι διοικητικές θέσεις παραμένουν λίγο πολύ οι ίδιες. Το διοικητικό προσωπικό παραμένει ουσιαστικά αναλλοίωτο αριθμητικά εδώ και πολλά χρόνια, παρόλο που οι ανάγκες και οι απαιτήσεις, έχουν αυξηθεί κατακόρυφα. Το ΥΠΑΝ αδικαιολόγητα, παρόλες τις δικές μας τεκμηριωμένες αναφορές και παρεμβάσεις, συνεχίζει να αφήνει αδιοίκητη μεγάλη μερίδα σχολείων, αφού δεν τα στελεχώνει με το απαραίτητο διοικητικό προσωπικό και αναμένει από απλές/ους νηπιαγωγούς εκτός από την ανάληψη της ευθύνης τμήματος, να ανταπεξέλθουν επίσης και στο απαιτητικό έργο της διοίκησης των σχολείων, χωρίς την απαραίτητη πείρα ή εκπαίδευση.
Με τους προτεινόμενους κανονισμούς, το ΥΠΑΝ προσπαθεί να νομιμοποιήσει αυτή την απαράδεκτη παρανομία του, κάνοντας αλχημείες με τους τύπους των σχολείων. Η πρώτη αλλαγή είναι η χρήση του αριθμού των τμημάτων αντί του αριθμού των εκπαιδευτικών για να ορίσει τον τύπο των σχολείων. Αυτό αλλάζει άρδην τα δεδομένα για μεγάλο αριθμό νηπιαγωγείων και μικρών δημοτικών σχολείων. Η δεύτερη αλλαγή είναι η δημιουργία του «τριδιδάσκαλου» σχολείου. Με την αλλαγή αυτή, σημαντικός αριθμός πολυδιδάσκαλων δημοτικών και νηπιαγωγείων θα μετατραπούν σε τριδιδάσκαλα, τα οποία πλέον θα μπορούν να διοικούνται και από Βοηθό Διευθυντή/τρια αντί Διευθυντή/τρια.
Σε μια περίοδο που υπάρχει επίσημη πλέον παραδοχή του ΥΠΑΝ πως επιβάλλεται ηενδυνάμωση της Διευθυντικής ομάδας και έχει ξεκινήσει ο διάλογος για το θέμα, το ΥΠΑΝ εμφανίζεται ανακόλουθο και αυτοαναιρείται! Οι προτεινόμενες αλλαγές οι οποίες προωθούνται μονομερώς από το ΥΠΑΝ, όχι μόνο δεν ενισχύουν τη λειτουργία των σχολείων αλλά αποδυναμώνουν τη διοίκησή τους.
Το ΥΠΑΝ πρέπει να προχωρήσει σε διάλογο με εποικοδομητική διάθεση όσον αφορά τη διοίκηση των Δημόσιων Δημοτικών, Νηπιαγωγείων και Ειδικών Σχολείων, μακριά από οικονομίστικες προσεγγίσεις. Παράλληλα, οφείλει να δημιουργήσει τις απαραίτητες οργανικές διοικητικές θέσεις για να στελεχωθούν επαρκώς κυρίως τα Δημόσια Νηπιαγωγεία, αλλά και τα υπόλοιπα σχολεία.
*Μέλος ΔΣ ΠΟΕΔ, Γενικός Οργανωτικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ.
**Γενικός Οργανωτικός Γραμματέας ΠΟΕΔ, Γενικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ.
***Αντιπρόεδρος ΠΟΕΔ Λεμεσού, Μέλος ΔΣ Α.Κί.ΔΑ.
Ένα από τα κρίσιμα ζητήματα που είχαν αναδειχθεί επανειλημμένα σε σχέση με το σύστημα διορισίμων, ήταν η μεγάλη βαρύτητα που δινόταν στις εξετάσεις. Είχαν τεθεί προβληματισμοί, κατά πόσο οι εξετάσεις εντοπίζουν τους ικανότερους εκπαιδευτικούς και κατά πόσο αυτό τεκμηριώνεται επιστημονικά. Μελετώντας τη βιβλιογραφία, δεν φαίνεται να αποδεικνύεται πως οι εξετάσεις μπορούν να εντοπίσουν τον ικανό εκπαιδευτικό, ειδικά για το επάγγελμα του εκπαιδευτικού που χαρακτηρίζεται ως επί το πλείστον, από ποιοτικά χαρακτηριστικά. Δεν είναι επίσης σαφές, κατά πόσο ένας εκπαιδευτικός που κατέχει – γνωρίζει το αντικείμενό του, μπορεί να το διδάξει το ίδιο αποτελεσματικά. Καταγράφεται δε από τη βιβλιογραφία, πως η εμπειρία παίζει πολύ πιο σημαντικό ρόλο στην αποτελεσματικότητα ενός εκπαιδευτικού.
Κατά τη συζήτηση για το νέο σύστημα διορισμών, είχαν επίσης επισημανθεί, σοβαρές επιφυλάξεις για το κατά πόσο τα διαγνωστικά εργαλεία που θα εφαρμόζονταν όντως είχαν την ικανότητα να επιτελέσουν τον σκοπό τους. Για την ιστορία, το σύστημα προβλέπει τρεις εξετάσεις: ελληνικά (8%), δεξιότητες (10%) και γνωστικό αντικείμενο/αναλυτικό πρόγραμμα (32%). Απαραίτητο κριτήριο για να πετύχει κάποιος υποψήφιος, είναι το να εξασφαλίσει και στις τρεις εξετάσεις, πάνω από το 50%, παρά το γεγονός πως οι τρεις εξετάσεις δεν έχουν την ίδια βαρύτητα σε μοριοδότηση. Με μια απόφαση της Βουλής, τα πτυχία και τα μεταπτυχιακά χιλιάδων εκπαιδευτικών, ουσιαστικά αχρηστεύτηκαν, αναγκάζοντάς τους, να τεκμηριώσουν την επάρκεια και τη γνώση των σπουδών τους, με τρεις εξετάσεις. Οι ανησυχίες επιβεβαιώθηκαν το 2017, με τα αποτελέσματα να είναι δεόντως απογοητευτικά, με τεράστια ποσοστά αποτυχίας, σε πάρα πολλούς κλάδους.
Μελετώντας τις εξετάσεις του 2017, του 2019 και του 2021, φαίνεται να υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Ενδεικτικά ποσοστά επιτυχίας στις εξετάσεις καταγράφονται στον ακόλουθο πίνακα:
Οι θεματοθέτες προφανώς πειραματίζονται και αυτοσχεδιάζουν, με εξεταστικά δοκίμια υπέρμετρου βαθμού δυσκολίας, με μονόδρομο την αποτυχία. Όπως και να το προσεγγίσει κάποιος, δεν γίνεται το 90% των αποφοίτων των φιλολογικών σχολών ή το 80% των αποφοίτων των Σχολών Επιστημών της Αγωγής, Δημοτικής Εκπαίδευσης, να αποφοίτησαν από τύχη ή με δόλιο τρόπο! Οι δε πρώτοι που θα έπρεπε να αισθάνονται προσβεβλημένοι, είναι τα ίδια τα Πανεπιστήμια. Το τραγικό της όλης ιστορίας, είναι πως οι εξετάσεις του 2017, αποτελούν και τον οδοδείκτη για τις επόμενες εξετάσεις, λόγω της στατιστικής επεξεργασίας, με αποτέλεσμα οι επόμενες σειρές εξετάσεων, αναπόφευκτα να έχουν αντίστοιχα ψηλά ποσοστά αποτυχίας.
Στην όλη συζήτηση, μπαίνει και η παράμετρος, του τι ορίζεται ικανός εκπαιδευτικός με βάση την απόδοσή τους στις τρεις εξετάσεις, αφού είναι καταγεγραμμένη η στρέβλωση του να περνά κάποιος τις εξετάσεις με 50 – 50 – 50 σε κάθε εξέταση και να μην περνά κάποιος με 80 – 80 – 49. Ποιος από τους δύο υποψηφίους του παραδείγματος, θεωρείται ικανός και άξιος;
Τις τελευταίες δύο βδομάδες, κατά τη διάρκεια των φετινών εξετάσεων διορισίμων, έχουν καταγραφεί πάρα πολλά παράπονα από υποψήφιους, τόσο για την εξέταση των δεξιοτήτων, όσο και τις εξετάσεις αρκετών γνωστικών αντικειμένων, όπου φαίνεται, πως ο βαθμός δυσκολίας ήταν υπερβολικά ψηλός. Καταγράφηκαν παράπονα για ερωτήσεις που αφορούσαν καθαρή αποστήθιση εγχειριδίων, ερωτήσεις πολύ ψηλού βαθμού δυσκολίας και με παγίδες, ερωτήσεις μη κατανοητές και ξεκάθαρες αλλά και με λάθη στις εκφωνήσεις ή το περιεχόμενο. Επίσης, υπάρχει η άποψη πως εγχειρίδια - οδηγοί, που κανονικά θα έπρεπε να είναι εργαλεία για να ανατρέξει κάποιος όταν και αν χρειαστεί- θεωρούνται υποχρεωτική γνώση. Επιπρόσθετα, έχει παρατηρηθεί πως το μέγεθος του γραπτού δεν ανταποκρίνεται στον χρόνο που δίνεται για κάθε εξέταση. Αυτό ουσιαστικά, αναγκάζει τους υποψήφιους, να απαντούν βιαστικά σε ερωτήσεις που κρύβουν αρκετές παγίδες. Προφανώς τα κριτήρια και ο τρόπος αξιολόγησης που έχουν επιλεγεί, απέχουν κατά πολύ από το τι ορίζεται επιστημονικά τεκμηριωμένη αξιολόγηση. Εύλογα προκύπτει και το ερώτημα: μήπως επιδιώκεται η αποτυχία των υποψηφίων;
Ουσιαστικά, για ακόμη μια φορά, χιλιάδες συναδέλφισσες και συνάδελφοι, βίωσαν το θέατρο του παραλόγου, την αποδόμηση του κύρους και της αξιοπρέπειάς τους και τον εξευτελισμό της επιστημονικής τους κατάρτισης. Οι σπουδές και οι κόποι τους, υποβαθμίζονται από μια εξεταστική διαδικασία αμφιβόλου ποιότητας και επιστημονικότητας, που φαίνεται να αποσκοπεί στο να οδηγήσει τους υποψήφιους στην αποτυχία! Εκπαιδευτικοί με οικογένειες, υποχρεώσεις, προσωπικές και επαγγελματικές δυσκολίες, ανάλωσαν μπόλικο χρόνο και χρήμα για να ετοιμαστούν για τις εξετάσεις, πολλές φορές εις βάρος της υγείας ή της οικογένειάς τους, για να απογοητευτούν και να αισθανθούν την αδικία και την απόγνωση. Βίωσαν για ακόμη μια φορά, πως το σύστημα δεν έχει πρόθεση να τους αξιολογήσει, αλλά να τους μειώσει και να τους ταπεινώσει και στο τέλος να τους ταπελώσει ως μη ικανούς. Αλήθεια, το να βιώνει κάποιος την αποτυχία, ή να βλέπει πως οι κόποι του καταλήγουν στον κάλαθο των αχρήστων, θεωρείται κίνητρο για τους υποψήφιους να παρακαθίσουν ξανά σε εξετάσεις;
Και δεν φτάνουν όλα αυτά, εδώ και καιρό, έχει στηθεί ένα απαράδεκτο σύστημα κερδοσκοπίας, εις βάρος των συναδέλφων, με την εμπλοκή πανεπιστημίων και φροντιστηρίων ετοιμασίας των υποψήφιων. Το ίδιο δε το κράτος, εισπράττει τεράστια ποσά από τους υποψήφιους, οι οποίοι εξαναγκάζονται να παρακαθίσουν στις εξετάσεις, μη έχοντας άλλη επιλογή!
Προφανώς, μέσα από ένα σύστημα που οδηγεί στην αποτυχία και προκαλεί συνεχές άγχος και αβεβαιότητα, η διατήρηση του Πίνακα Διοριστέων και μετά το 2027, αποτελεί μονόδρομο, ώστε τουλάχιστον να αμβλυνθεί η ανασφάλεια που νιώθουν χιλιάδες συνάδελφοι και να γίνει πράξη η αδιαμφισβήτητη αναγνώριση της βαρύτητας της εμπειρίας και της προσφοράς στα σχολεία. Την ίδια ώρα, η Επίσημη Πλευρά, οφείλει να παραδεχθεί τις στρεβλώσεις που αποδεδειγμένα υπάρχουν σε σχέση με τη διαδικασία των εξετάσεων, αλλά και με το σύστημα διορισίμων στην ολότητά του. Έχει δε την υποχρέωση, να προβεί τάχιστα, σε διορθωτικές κινήσεις, ώστε το σύστημα να βελτιωθεί, να μη θυματοποιήσει κόσμο και να γίνει πιο ανθρώπινο και κυρίως ορθολογικό.
Μιχάλης Αλεξόπουλος, Γενικός Οργανωτικός Γραμματέας ΠΟΕΔ, Γενικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ
Μαρία Κασάπη, Ομάδα Πρωτοβουλίας για τη Διατήρηση του Πίνακα Διοριστέων, Αντικαταστάτρια Δημοτικής Εκπαίδευσης
Κλαίρη Σπύρου, Ομάδα Πρωτοβουλίας για τη Διατήρηση του Πίνακα Διοριστέων, Αντικαταστάτρια Δημοτικής Εκπαίδευσης
ΤΩΝ ΛΕΩΝΙΔΑ ΧΑΤΖΗΛΟΪΖΟΥ* ΚΑΙ ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΥ ΝΕΟΦΥΤΟΥ**
«Make Teaching Attractive» είναι ο τίτλος της εκστρατείας που έχει ξεκινήσει πρόσφατα η Ευρωπαϊκή συντεχνία των εκπαιδευτικών (ETUCE). Αυτή η εκστρατεία δημιουργήθηκε για να αμβλύνει την ολοένα και αυξανόμενη έλλειψη εκπαιδευτικών που αντιμετωπίζουν οι πλείστες ευρωπαϊκές χώρες. Σε κρατικό επίπεδο, πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις λαμβάνουν ουσιαστικά μέτρα για να βελτιώσουν την ελκυστικότητα του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού έτσι ώστε να γεμίσουν τα τεράστια κενά που υπάρχουν σε εκπαιδευτικό προσωπικό. Δυστυχώς στην Κύπρο, γίνεται ακριβώς το αντίθετο.
Στην Κύπρο φαίνεται να υπάρχει μεγάλο πλεόνασμα σε εκπαιδευτικό προσωπικό ή τουλάχιστον αυτή η εικόνα έχει δημιουργηθεί από τους μακροσκελείς καταλόγους διοριστέων. Τα 4400 άτομα που είναι εγγεγραμμένα στον κατάλογο διοριστέων δασκάλων είναι αρκετά για να υπερκαλύψουν τις εκπαιδευτικές ανάγκες για τις επόμενες δεκαετίες, τουλάχιστον στη θεωρία. Στην πράξη, μεγάλος αριθμός αυτών των εκπαιδευτικών, η μεγάλη πλειοψηφία, επιλέγει να παραμείνει εκτός εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται μεγάλες ελλείψεις στη στελέχωση των προαιρετικών ολοήμερων σχολείων και στην κάλυψη των αντικαταστάσεων. Ένας από τους σημαντικότερους λόγους είναι η επικείμενη κατάργηση αυτών των καταλόγων.
Ο τρόπος που το κράτος αντιμετωπίζει τους επίδοξους αυτούς εκπαιδευτικούς αναμένεται να οδηγήσει ακόμη περισσότερους εκτός εκπαίδευσης τα επόμενα χρόνια. Οποιαδήποτε πτυχία ή μεταπτυχιακά αντιμετωπίζονται ως κουρελόχαρτα και οι εκπαιδευτικοί αυτοί καλούνται μέσω των εξετάσεων να αποδείξουν την αξία τους. Η εισαγωγή σε πανεπιστήμιο, οι τετραετείς σπουδές και η οποιαδήποτε πιθανή μετεκπαίδευση είναι απλά η προθέρμανση στη μαραθώνια προσπάθεια διασφάλισης μιας θέσης στο δημόσιο σχολείο και την εξάσκηση του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού. Η πραγματική δοκιμασία είναι η επιτυχία στην εξέταση για εισαγωγή στον κατάλογο διορισίμων, μια εξευτελιστική διαδικασία αποστήθισης ανούσιας γνώσης και διαδικασιών, μια επίδειξη καθωσπρεπισμού και ένας αγώνας με τον χρόνο. 80% των συμμετεχόντων κρίνονται ως ανεπαρκείς και καλούνται να δοκιμάσουν την τύχη τους ξανά σε δύο χρόνια. Αντί το εκπαιδευτικό σύστημα να στηρίζει τους νέους εκπαιδευτικούς και να τους αντιμετωπίζει με κατανόηση, αναμένει από αυτούς να αγγίξουν τα όρια της τελειότητας, πριν καλά καλά πατήσουν στην αίθουσα διδασκαλίας.
Αυτή η διαδικασία θα επαναλαμβάνεται ανά διετία ενώ παράλληλα τα παιδαγωγικά τμήματα των δημόσιων και ιδιωτικών πανεπιστημίων θα συνεχίσουν να παράγουν μαζικά επίδοξους εκπαιδευτικούς, με την ελπίδα του διορισμού. Τι και αν το 80% δεν θα πλησιάσει ποτέ την έδρα μιας τάξης; Πόσο θα συνεχίσει να πουλά ελπίδα το δέλεαρ των εξετάσεων; Ποιο είναι το επίπεδο των εισακτέων στα πανεπιστήμια; Γιατί οι πλείστες Ευρωπαϊκές χώρες εφαρμόζουν μέτρα ρύθμισης της προσφοράς και της ζήτησης εκπαιδευτικών ενώ η Κύπρος όχι; Αυτά είναι κάποια ρητορικά ερωτήματα για τα οποία λίγο πολύ γνωρίζουμε την απάντηση. Ερωτήματα που όσο περνούν τα χρόνια θα τίθενται ακόμη πιο έντονα, πιο επίμονα.
Η πρόφαση για να περάσει το παράδοξο αυτό σύστημα, το οποίο ταλαιπωρεί τους εκπαιδευτικούς από το 2015, σωματικά και ψυχικά, ήταν η αναβάθμιση του κυπριακού εκπαιδευτικού συστήματος. Μέτρα όπως η μείωση του αριθμού των μαθητών/τριών ανά τάξη ή ο θεσμός του δεύτερου εκπαιδευτικού στην τάξη, τα οποία εφαρμόζονται με επιτυχία σε άλλα εκπαιδευτικά συστήματα, δυστυχώς δεν εφαρμόζονται και στην Κύπρο. Η παιδεία έπρεπε να είναι η μεγαλύτερη επένδυση για ένα κράτος, έτσι ώστε να καθίσταται το επάγγελμα του εκπαιδευτικού πιο ελκυστικό. Στη χώρα μας δυστυχώς, όχι απλά δεν γίνεται επαρκής επένδυση, αλλά επικρατεί μια φιλοσοφία εξοικονόμησης και λιτότητας.
Με την κατάργηση του καταλόγου διοριστέων το 2027 θα δημιουργηθούν μεγάλα κενά στη στελέχωση των σχολικών μονάδων ενώ παράλληλα θα συνεχίσει να φθίνει το επίπεδο των εισακτέων στα πανεπιστήμια, μειώνοντας αργά αλλά σταθερά την ποιότητα της δημόσιας εκπαίδευσης. Όλοι οι εμπλεκόμενοι, το κράτος, οι εκπαιδευτικές οργανώσεις, τα κοινοβουλευτικά κόμματα, οφείλουν καταρχάς να αποφασίσουν τη διατήρηση του καταλόγου διοριστέων και παράλληλα να μελετήσουν το σύστημα διορισμού στην ολότητά του, λαμβάνοντας υπόψη τους όλες τις παραμέτρους. Πρέπει να είμαστε προμηθείς και όχι επιμηθείς έτσι ώστε να πετύχουμε να κάνουμε το επάγγελμα του εκπαιδευτικού ελκυστικό, όπως λέει και η ETUCE: «Make Teaching Attractive».
*Μέλος ΔΣ ΠΟΕΔ, Οργανωτικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ
* Αντικαταστάτης Δημοτικής