ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΣΑΠΗ* ΚΑΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ**
Αναντίρρητα, ο θεσμός του ολοήμερου σχολείου αποτελεί σήμερα μια κοινωνική αναγκαιότητα που συμβάλλει στην κοινωνική συνοχή και στη στήριξη κυρίως των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων, ενώ παρέχει ένα ασφαλές περιβάλλον για τους μαθητές.
Η Υπουργός Παιδείας, σε πολλές δημόσιες τοποθετήσεις της, αναφέρεται στην αναγκαιότητα εκσυγχρονισμού του ολοήμερου σχολείου, της βελτίωσης του ωρολογίου προγράμματος και της δημιουργίας αναλυτικών προγραμμάτων που θα αναβαθμίσουν τον θεσμό, συμβάλλοντας τόσο στη βελτίωση των μαθησιακών αποτελεσμάτων όσο και στην ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων για τους μαθητές. Πρόκειται, προφανώς, για μια θετική εξέλιξη, αλλά και αναγκαιότητα, την οποία μπορούν να κατανοήσουν πλήρως και να ταυτιστούν μαζί της όσοι υπηρέτησαν ή υπηρετούν τον θεσμό.
Για την επιτυχή εφαρμογή και υλοποίηση όσων δηλώνει η ΥΠΑΝ, είναι αναγκαίο να εστιάσουμε στη σημαντικότητα διασύνδεσης του θεσμού των ΠΟΣ με το πρωινό σχολείο. Η μετάβαση από το πρωινό σχολείο στο ολοήμερο σχολείο προϋποθέτει την ομαλή σύνδεση των δύο. Με βάση τα σημερινά δεδομένα, οι συμβασιούχοι εκπαιδευτικοί είναι εντελώς αποκομμένοι από το πρωινό σχολείο, αφού αναλαμβάνουν καθήκοντα με την έναρξη του ολοήμερου σχολείου στις 13:05, με εξαίρεση έναν μόνο εκπαιδευτικό ο οποίος αναλαμβάνει και διοικητικά καθήκοντα και προσέρχεται στη σχολική μονάδα μια ώρα νωρίτερα. Η εν λόγω πρακτική δεν επιτρέπει στους εκπαιδευτικούς των ΠΟΣ να αποτελούν μέλη της σχολικής μονάδας, ενώ πολλές φορές αντιμετωπίζονται ως ξένο σώμα ή ως επισκέπτες. Αν επιτυγχανόταν το αίτημα για αύξηση των παρεχόμενων διδακτικών περιόδων απασχόλησης στους συμβασιούχους εκπαιδευτικούς ώστε να συμμετέχουν και στο πρωινό πρόγραμμα του πρωινού σχολείου, σίγουρα η λειτουργία του Προγράμματος θα ήταν βελτιωμένη. Ευελπιστούμε ότι το ΥΠΑΝ θα λάβει σοβαρά υπόψη από τη νέα σχολική χρονιά, τις εισηγήσεις που έχει καταθέσει η ΠΟΕΔ σε ότι αφορά τη βελτίωση του θεσμού. Σημαντικότερη εισήγηση είναι η παραχώρηση κανονικών συμβάσεων σε εκπαιδευτικούς, οι οποίοι θα εργάζονται τόσο στο πρωινό όσο και στο απογευματινό σχολείο με στόχο την πλήρη διασύνδεσή τους.
Η πρακτική που εφαρμόζεται τα τελευταία δύο χρόνια, παρουσιάζει πολλές δυσκολίες και δυσχεραίνει την ομαλή λειτουργία των σχολείων τόσο όσο αφορά τη στελέχωση του Ολοήμερου Σχολείου όσο και την ομαλή λειτουργία του. Πολλές φορές, προβλήματα που προκύπτουν καθ´ όλη τη διάρκεια της ημέρας δεν γνωστοποιούνται στους εκπαιδευτικούς του απογευματινού σχολείου και ως εκ τούτου δεν γνωρίζουν πως να τα διαχειριστούν, ενώ δεν υπάρχει ούτε η αναγκαία διοικητική υποστήριξη. Ταυτόχρονα, τα όσα προβλήματα εμφανίζονται κατά τη διάρκεια λειτουργίας του ΠΟΣ γνωστοποιούνται με αρκετή καθυστέρηση ή και καθόλου προς τη διεύθυνση του σχολείου, με αποτέλεσμα αυτά να συσσωρεύονται και να δυσκολεύουν το έργο των εκπαιδευτικών.
Το ΥΠΑΝ οφείλει να μελετήσει πολύ προσεκτικά το εργασιακό καθεστώς των συμβασιούχων εκπαιδευτικών στα ΠΟΣ, προσφέροντας συμβάσεις πλήρους ωραρίου, δίνοντάς τους έτσι τη δυνατότητα να αποτελούν μέλη της σχολικής μονάδας, πετυχαίνοντας έτσι την ουσιαστική σύνδεση του πρωινού με το απογευματινό σχολείο και ελαχιστοποιώντας τα προαναφερθέντα προβλήματα που ταλανίζουν τα ΠΟΣ.
Τα οφέλη που θα προκύψουν από τη στελέχωση των ΠΟΣ με διορισμό εκπαιδευτικών με συμβάσεις πλήρους απασχόληση είναι πολλαπλά. Το ολοήμερο θα αποτελεί συνέχεια του πρωινού, ώστε να επιτευχθεί και ο στόχος των Ολοήμερων που είναι η ολόπλευρη ανάπτυξη του κάθε μαθητή. Επίσης, η παροχή συμβάσεων πλήρους απασχόλησης διασφαλίζει τη σταθερότητα του προσωπικού, δημιουργώντας ένα σταθερό και υποστηρικτικό περιβάλλον όπου οι μαθητές απολαμβάνουν μία πιο σταθερή και συνεπή εκπαιδευτική εμπειρία. Συγχρόνως εξασφαλίζει την κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται έντονο πρόβλημα στελέχωσης των ολοήμερων σχολείων και ειδικά στις αντικαταστάσεις εκπαιδευτικών που για λόγους ανωτέρας βίας απουσιάζουν από το σχολείο επηρεάζοντας την παρεχόμενη εκπαίδευση, και εγείροντας ζητήματα ασφαλείας των παιδιών. Αναμφίβολα, οι συμβάσεις πλήρους απασχόλησης θα καταστήσουν πιο ελκυστικό τον θεσμό των Ολοήμερων για τους εκπαιδευτικούς.
Σημειώνουμε, πως είναι εύλογες οι ανησυχίες των εκπαιδευτικών που εργάζονται ήδη στα ολοήμερα και αγωνιούν ότι πιθανόν να απωλέσουν την απασχόλησή τους με την παροχή συμβάσεων πλήρους ωραρίου. Ωστόσο ο σχεδιασμός του ΥΠΑΝ για μετατροπή όλων των σχολείων σε Προαιρετικά Ολοήμερα μέχρι το 2028 αμβλύνει τις όποιες ανησυχίες με την άμεση εφαρμογή από τη νέα σχολική χρονιά. Ταυτόχρονα η περαιτέρω επέκταση του θεσμού θα στηρίξει χιλιάδες παιδιά και γονείς. Τονίζεται επίσης ότι μεταξύ 2025 - 2028 θα υπάρξουν αυξημένες προσλήψεις εκπαιδευτικών λόγω των νέων αναγκών που προκύπτουν και των αφυπηρετήσεων.
Τέλος, τονίζουμε πως ο σχεδιασμός του ΥΠΑΝ για τα Ολοήμερα, καθώς και ο προϋπολογισμός που θα πρέπει να τον συνοδεύει, επιβάλλεται να γίνεται με αποκλειστικό γνώμονα τις εκπαιδευτικές ανάγκες και την εύρυθμη λειτουργία του θεσμού, προσεγγίζοντάς τον ως μια επένδυση και προσφορά προς την κοινωνία, μακριά από οικονομίκιστικες λογικές.
«Μια επένδυση στην παιδεία αποδίδει τον καλύτερο τόκο» (Βενιαμίν Φραγκλίνος)
*Αντικαταστάτρια, Αντιπρόεδρος Α.Κί.ΔΑ Λευκωσίας.
**Συμβασιούχος ΠΟΣ, Οργανωτικός Α.Κί.ΔΑ Λευκωσίας.
Είναι εμφανής η απουσία νομοτεχνικής προεργασίας και συνοδοιπορίας με τις εγκυκλίους του Υπουργείου Παιδείας. Παράδειγμα ουσιώδες. Το Υπουργείο δεν προχώρησε ποτέ στην αναίρεση της έννοιας του πατέρα και της μητέρας ενώ η πλατφόρμα ομιλεί για Πληροφορίες από τον Γονέα/Κηδεμόνα 1 και 2 ενώ αλλάζει την πρακτική και της παρακολούθησης του μαθήματος των Θρησκευτικών αναιρώντας προϋπάρχουσα εγκύκλιο.
ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΠΕΓΕΙΩΤΗ*
Ένα ουσιαστικό πρόβλημα της εκπαίδευσης και της παιδείας μας στην Κύπρο είναι η απουσία ιεράρχησης των αναγκών και των μείζονος σημασίας δυσκολιών.
Οι συνθήκες και οι δυσκολίες δεν είναι οι ίδιες σε κάθε πόλη και επαρχία. Δεν είναι οι ίδιες σε κάθε γειτονιά και κάθε κοινότητα
Η ανάγνωση αυτής της πραγματικότητας και η προσπάθειά για ελπιδοφόρες πρωτοβουλίες είναι δρόμος δύσκολος. Δεν ευνοεί τον λαϊκισμό και την υπερπροβολή τεχνολογικών δήθεν λύσεων.
Απουσιάζει ακόμα και στην παρούσα συγκυρία και η μελέτη της κοινωνικής πραγματικότητας, ιδιαίτερα των λαϊκών γειτονιών και της υπαίθρου.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ΠΡΟΣΦΑΤΗ εγκύκλιος για τις ηλεκτρονικές εγγραφές μαθητών στο Δημοτικό Σχολείο. Μια πολύ μεγάλη αλλαγή προχωρεί χωρίς διαβούλευση, χωρίς στάθμιση των ΔΥΣΚΟΛΙΩΝ των νοικοκυριών και χωρίς να υπάρξει η συναίνεση όλων των λειτουργικά εμπλεκομένων.
Έτσι δραπετεύουμε αχρείαστα από μια πολύ καλή ΤΑΚΤΙΚΗ, που υλοποιήθηκε με επιτυχία τα τελευταία έτη για ένα άλμα στο άγνωστο, με άγνοια και απουσία της επίγνωσης των πολλών προβλημάτων που θα προκύψουν. Έτσι απλά, γιατί μια ομάδα τεχνοκρατών άλλου πιθανόν Υπουργείου αποφάσισε από τα αδιάβροχα κοινωνικά ΓΡΑΦΕΙΑ της πρωτεύουσας.
Παρακάτω, στο πλαίσιο του διαλόγου, παραθέτουμε μια σειρά προβληματισμών και ερωτημάτων. Κάποια εξ αυτών έχουν ήδη σημειωθεί και από την ΠΟΕΔ και αναλυτικά από την ΑΚΙΔΑ.
Σημεία προβληματισμού
1.Το υποχρεωτικό της διαδικασίας είναι πιθανώς παράνομο. Συγκρούεται με βασικά σημεία νομοθεσιών και συνταγματικών διατάξεων.
2. Για το επιβαλλόμενο αυτό μέτρο και την αιφνιδιαστική εγκύκλιο:
Α. Πρόβλημα η απουσία στοιχειώδους διαβούλευσης και διαλόγου -διαπραγμάτευσης.
Β. Είναι εμφανής η απουσία νομοτεχνικής προεργασίας και συνοδοιπορίας με τις εγκυκλίους του Υπουργείου Παιδείας. Παράδειγμα ουσιώδες. Το Υπουργείο δεν προχώρησε ποτέ στην αναίρεση της έννοιας του πατέρα και της μητέρας ενώ η πλατφόρμα ομιλεί για Πληροφορίες από τον Γονέα/Κηδεμόνα 1 και 2 ενώ αλλάζει την πρακτική και της παρακολούθησης του μαθήματος των Θρησκευτικών αναιρώντας προϋπάρχουσα εγκύκλιο.
Γ. Η απουσία διαβούλευσης με την κοινωνία και τους εμπλεκόμενους αγγίζει τα όρια της αυταρχικής επιβολής.
Δ. Η απουσία μεταβατικής περιόδου και μεταβατικής ρύθμισης είναι σε ανοικτή σύγκρουση με το πνεύμα του νομοθέτη, όποιο νέο κανονιστικό πλαίσιο να μην θυματοποιεί ή να δυσκολεύει πολίτες.
Ε. Δεν λήφθηκε επαρκής πρόνοια διευκόλυνσης των σχολείων. Κυριολεκτικά η πρώτη μέρα έναρξης των μαθημάτων αλλοιώθηκε .
ΣΤ. Το όλο πλαίσιο είναι καθαρά επιβαλλόμενο και αντιδημοκρατικό. Εργασιακά και κοινωνικά θυμίζει κοινωνική μηχανική δια μεσάζοντος και δια αμοιβόμενου συμβολαίου. Η δε ανάθεση τέτοιων διοικητικών πράξεων που αφορούν παιδιά σε ιδιώτη συγκρούεται με τις πρόνοιες του Συντάγματος για την εκπαίδευση και τις εξουσίες των Κοινοτικών Συνελεύσεων και κατόπιν του Υπουργείου Παιδείας.
Βασικά νομικά ερωτήματα και προβληματισμοί
Από πότε αποφασίστηκε να διατάζουν τον πληθυσμό της Κύπρου ανάδοχοι έργων; Να διατάζουν έστω και εμμέσως εκατοντάδες διοικητικούς χωρίς την αναγκαία νομική συμμόρφωση της πλατφόρμας με το εν ενεργεία νομικό καθεστώς της παιδείας και της κοινωνίας;
Δεκάδες νομικές εφαρμογές της πλατφόρμας ήταν εκτός οδηγιών του Υπουργείου και της νομοθεσίας. Οι νομικές ερμηνείες αφίστανται του όλου γενικού νομοτεχνικού πλαισίου του Κυπριακού Συντάγματος. Το θέμα των διαζυγίων και των αποφάσεων δικαστηρίων αντιμετωπίζεται με τραγική ελαφρότητα Οι ιδιώτες τελικά ερμήνευαν κατά το δοκούν κανονισμούς και ρυθμίσεις εγγράφων και εγκυκλίων.
Νομικά είναι παράνομη, η μεταφορά εμπιστευτικών πληροφοριών και πληροφοριών Ειδικής Εκπαίδευσης και ασθενειών, καθώς και φωτογραφίες παιδιών με ιδιώτη μεσάζοντα.
Η ανάθεση σε μεσάζοντες και διαχειριστές ιδιωτικών εταιρειών είναι πιθανώς παράνομη και απρόσεκτη. Στο εξωτερικό τέτοιες πλατφόρμες δεδομένων πωλούνται παράνομα ή υποκλέπτονται.
Η δε παραίνεση να πείσουμε τους γονείς με τρόπο που αντιβαίνει τις πρόνοιες του Συντάγματος και των σύννομων δικαιωμάτων τους είναι νομικό ατόπημα.
Το όλο ζήτημα χρήζει διαχειριστικής και νομικής ανάγνωσης. Είναι ζήτημα σοβαρό. Μια ομάδα του Υπουργείου, μαζί με νομικούς κύρους πρέπει να το μελετήσει προτού προχωρήσει οριστικά. Πολλοί επαγγελματίες δεν έχουν πεισθεί για το νομικώς σοβαρόν του όλου εγχειρήματος.
Η βασική ένσταση
Το νέο πλαίσιο εγγραφών δεν αποτελεί λαϊκό αίτημα.
Δεν αποτελεί πρόσταγμα της κοινωνίας και της ΠΟΕΔ.
Η αλλαγή συνθήκων εργασίας, φόρτου εργασίας, νέων ευθυνών απαιτεί θεσμική διαπραγμάτευση. Το ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ, πιθανό διατάσσει αφού διατάχθηκε.
Δεν επιλύει κάποιο, ιεραρχικά, πρώτο πρόβλημα της Εκπαίδευσης. Δημιουργεί.
Τέλος αυτή ήταν η εκτίμηση της καλής θέλησης της ΠΟΕΔ. Ένα ΝΑΡΚΟΠΕΔΙΟ προβλημάτων προ και μετά των Χριστουγέννων.
Σε παλαιότερους καιρούς, η εργασιακή πρακτική θα ήταν η ακόλουθη. Η απόσυρση της νέας διαδικασίας και η συνέχιση της παλιάς με ταυτόχρονη έναρξη διαλόγου πολύμηνου για κατάληξη και συμφωνία αφού επιλυθούν όλα τα διαδικαστικά, συνδικαλιστικά και νομικά προβλήματα.
Τέλος το έγγραφο πρέπει να μελετηθεί και ως ηλεκτρονική εφαρμογή με πολλά πρακτικά προβλήματα και τεχνικές αναπηρίες και ως νομικό κείμενο ως προς το σύννομο και το επιφορτίζων νομικές η και ποινικές ευθύνες στους διευθυντές και άλλα αναρμόδια πρόσωπα.
Εδώ που φτάσαμε δεν υπάρχει άλλη λύση από την πιλοτική μικτή συνέχεια. Να μπορούν οι γονείς να εγγράψουν τα παιδιά τους και ηλεκτρονικά και με φυσική παρουσία.
Παιδαγωγικά δε, το μέτρο ελέγχεται γιατί αναιρεί τα πλεονεκτήματα της φυσικής παρουσίας του πατέρα ή της μητέρας και τον διάλογο, ο οποίος πολύ μας βοηθούσε ιδιαίτερα στις γειτονιές και στην ύπαιθρο.
*Εκπαιδευτικός Δημοτικής
Αναζητώντας δίκαιες και βιώσιμες λύσεις στο Σύστημα Διορισμών των εκπαιδευτικών.
Οι πρόσφατες δηλώσεις της Υπουργού Παιδείας σχετικά με την αποτυχία μεγάλου αριθμού εκπαιδευτικών στις εξετάσεις για τον κατάλογο διορισίμων,[1] φέρνουν ξανά στο προσκήνιο τα σοβαρά ερωτήματα που εγείρονται για την αποτελεσματικότητα και τη δικαιοσύνη του υφιστάμενου συστήματος διορισμών. Το γεγονός αυτό αποκαλύπτει ότι το σύστημα είναι διάσπαρτο από στρεβλώσεις και κατασκευάστηκε χωρίς επαρκή μελέτη και σχεδιασμό. Η πρόχειρη νομοθέτηση, χωρίς βαθύτερη ανάλυση, "έσπειρε ανέμους", με αποτέλεσμα να "θερίζουμε θύελλες".
Η Υπουργός Παιδείας δήλωσε ότι βρίσκονται σε εξέλιξη ρυθμίσεις που εξετάζονται από τη Νομική Υπηρεσία για την επίλυση του ζητήματος. Ωστόσο, τέτοιες ρυθμίσεις κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν τα συμπτώματα του προβλήματος, χωρίς να αγγίξουν τις βαθύτερες αιτίες. Είναι κρίσιμο να εξεταστούν οι λόγοι που οδηγούν στην αποτυχία των εκπαιδευτικών στις εξετάσεις. Είναι το περιεχόμενο των εξετάσεων υπερβολικά απαιτητικό ή αποσυνδεδεμένο από τις πραγματικές ανάγκες της εκπαιδευτικής διαδικασίας; Μήπως τα εργαλεία αξιολόγησης αποτυγχάνουν να ανταποκριθούν στους στόχους τους, είτε λόγω ακατάλληλης δομής είτε επειδή είναι σχεδιασμένα με τρόπο που προάγει την αποτυχία; Ίσως το υφιστάμενο είδος εξετάσεων να είναι αντιεπιστημονικό ή δεν έχει ξεκάθαρο προσανατολισμό;
Η επικείμενη κατάργηση των πινάκων διοριστέων από την 1η Σεπτεμβρίου 2027 προσθέτει επιπλέον πίεση. Είναι σαφές ότι οι παλαιοί κατάλογοι δεν μπορούν και δεν πρέπει να καταργηθούν. Η συσσωρευμένη εμπειρία χιλιάδων εκπαιδευτικών, που έχουν συμβάλει στη δημόσια εκπαίδευση και στους οποίους το Κράτος έχει ήδη επενδύσει, δεν πρέπει να πεταχτεί.
Η συνύπαρξη των δύο συστημάτων –διοριστέων και διορισίμων– θα μπορούσε να αποτελέσει μια δίκαιη και λειτουργική λύση, διασφαλίζοντας την εργασιακή σταθερότητα των εκπαιδευτικών και προστατεύοντας το εκπαιδευτικό μας σύστημα από μελλοντικές ελλείψεις και αδυναμία στελέχωσης των σχολικών μονάδων.
Πρέπει να τονιστεί πως σε σχέση με το σύστημα διορισίμων, η απλή τροποποίηση διαδικασιών ή η θέσπιση νέων ρυθμίσεων, χωρίς ενδελεχή μελέτη των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι εκπαιδευτικοί, θα οδηγήσει πιθανότατα σε προσωρινές λύσεις χωρίς μακροπρόθεσμο αντίκτυπο. Είναι απαραίτητο το Υπουργείο Παιδείας να συνεργαστεί στενά με εκπαιδευτικούς φορείς και τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς, ώστε να αναπτυχθεί ένα σύστημα διορισμών που θα αντικατοπτρίζει τις πραγματικές ανάγκες της εκπαίδευσης και θα διασφαλίζει την ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου. Επιπλέον, τα ζητήματα των διορισμών έχουν αλυσιδωτές επιπτώσεις σε άλλες πτυχές του εκπαιδευτικού μας συστήματος, όπως η εξεύρεση αντικαταστατών και η εκδήλωση ενδιαφέροντος για διορισμό. Συνεπώς, οι λύσεις επιβάλλεται να δοθούν άμεσα και χωρίς άλλη χρονοτριβή.
Σε κάθε περίπτωση, η Επίσημη Πλευρά, φαίνεται να καθυστερεί επικίνδυνα και αυτό μόνο κακό κάνει στο όλο ζήτημα. Εξάλλου, το 2025 αποτελεί την τελευταία χρονιά εξετάσεων για το σύστημα διορισίμων πριν την κατάργηση των καταλόγων διοριστέων όπως αυτή είναι νομοθετημένη. Συνεπώς η Πολιτεία, οφείλει να επιταχύνει τις διαδικασίες και να βρει ικανοποιητικές λύσεις έγκαιρα, για να προλάβει και τις διαφαινόμενες δυσάρεστες εξελίξεις. Μόνο μέσω μιας ολιστικής προσέγγισης, που θα λαμβάνει υπόψη τις προκλήσεις και τις ανάγκες όλων των εμπλεκόμενων μερών, μπορούμε να επιτύχουμε ουσιαστική και διαρκή βελτίωση στο σύστημα διορισμών των εκπαιδευτικών.
Μιχάλης Αλεξόπουλος, Βοηθός Γενικός Γραμματέας ΠΟΕΔ, Γενικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ.
Μαρία Κασάπη, Αντικαταστάτρια δασκάλα, Αναπληρώτρια Β.Γ. Οργανωτικός Α.Κί.ΔΑ.
Βαλεντίνος Νεοφύτου, Συμβασιούχος δάσκαλος, Αναπληρωτής Β.Γ. Ταμίας Α.Κί.ΔΑ.
[1] https://economytoday.sigmalive.com/oikonomia/kypros/93672_ponokefalos-gia-yp-paideias-oi-diorismoi-rythmiseis-gia-epilysi-sti-ny
Αδικαιολόγητη κωλυσιεργία από πλευράς ΥΠΑΝ, για τα θέματα Αντικαταστάσεων και Αντικαταστατών!
Η κάλυψη των κενών που προκύπτουν στα σχολεία από απουσίες του μόνιμου προσωπικού με την αναγκαία εργοδότηση αντικαταστατών, είναι ένα θέμα που διαρκώς επανέρχεται στο προσκήνιο της δημόσιας εκπαίδευσης στην Κύπρο, φανερώνοντας αδυναμίες και καθυστερήσεις από πλευράς του Υπουργείου Παιδείας. Παρά το γεγονός ότι η εύρυθμη λειτουργία των σχολείων απαιτεί άμεση και αποτελεσματική αναπλήρωση των κενών, το ΥΠΑΝ φαίνεται να αδυνατεί να ανταποκριθεί, κωλυσιεργώντας τόσο στο να δώσει άμεσες λύσεις όσο και στο να προχωρήσει σε οριστικές ρυθμίσεις που θα βοηθήσουν τα σχολεία. Αυτό προκαλεί αναπόφευκτα αναστάτωση σε εκπαιδευτικούς, γονείς και κυρίως στους ίδιους τους μαθητές.
Τα σοβαρά προβλήματα που αφορούν στις προσλήψεις αντικαταστατών, είτε λόγω ασθένειας είτε λόγω άδειας των μόνιμων εκπαιδευτικών, έχουν επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια. Παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις από την ΠΟΕΔ, το ΥΠΑΝ δείχνει να αδιαφορεί, με σημαντικές παραμέτρους του ζητήματος να αναμένουν θεσμικό διάλογο για χρόνια. Η απουσία στρατηγικού σχεδιασμού, η έλλειψη κινήτρων και η απαράδεκτη αντιμετώπιση αυτής της κατηγορίας εργαζομένων, οδηγούν στο να μένουν μαθητές χωρίς εκπαιδευτικούς, πολλές φορές για μεγάλο αριθμό ημερών, με αποτέλεσμα να χάνεται πολύτιμος διδακτικός χρόνος και να επηρεάζεται αρνητικά η συνολική εκπαιδευτική διαδικασία.
Το ΥΠΑΝ οφείλει επιτέλους να ασχοληθεί σοβαρά με το εν λόγω ζήτημα. Η αναγνώριση της σημαντικότητας του ρόλου των αντικαταστατών και η προσφορά καλύτερων όρων εργασίας μπορεί να προσελκύσει περισσότερους ενδιαφερόμενους, συμβάλλοντας στη μείωση των ελλείψεων σε εκπαιδευτικούς στα σχολεία. Οι επηρεαζόμενοι, αν δεν έχουν κίνητρα να εργαστούν και δεν αισθάνονται σεβασμό και εργασιακή ασφάλεια, προφανώς θα συνεχίσουν να γυρίζουν την πλάτη στις αντικαταστάσεις. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη διατήρηση του καταλόγου διοριστέων και μετά το 2027 και με την αναβάθμιση του εργασιακού στάτους των αντικαταστατών, προσφέροντας ελκυστικούς και αξιοπρεπείς όρους εργασίας. Το γεγονός ότι η εξαγγελία του ΥΠΑΝ για πρόταση για τον κατάλογο διοριστέων και έναρξη διαλόγου, πάει από παράταση σε παράταση, καθώς και η άρνηση της Επίσημης Πλευράς να συζητήσει τους εργασιακούς όρους των αντικαταστατών, αποτελούν κύριες αιτίες για την έλλειψη ενδιαφερομένων.
Δυστυχώς, η έλλειψη αντικαταστατών και η αδυναμία κάλυψης των κενών στα σχολεία είναι ένα χρονίζον ζήτημα που κάθε χρόνο επιβαρύνει σημαντικά τα σχολεία, αλλά φαίνεται να μην αποτελεί προτεραιότητα για το ΥΠΑΝ, παρά τις κατά καιρούς δεσμεύσεις ή ακόμα και τον καθορισμό χρονοδιαγραμμάτων από τη μεριά του. Σημειώνεται πως ακόμη βρισκόμαστε στους πρώτους μήνες της νέας σχολικής χρονιάς και παρατηρείται τεράστιος αριθμός αδιάθετων αντικαταστάσεων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Προφανώς, καθώς προχωρά η σχολική χρονιά, τα πράγματα θα γίνονται ακόμη χειρότερα. Δυστυχώς, ακόμη και ρυθμίσεις που ανακοινώθηκαν από το ΥΠΑΝ ότι θα εφαρμοστούν που θα βοηθήσουν στην άμβλυνση του προβλήματος (π.χ. δικαίωμα σε συμβασιούχους των Προαιρετικών Ολοήμερων Σχολείων να διεκδικήσουν αντικατάσταση στα σχολεία τους, υπερωριακή αμοιβή εκπαιδευτικών που ξεπερνούν τις 10 αναπληρώσεις κλπ.) δεν έχουν προχωρήσει.
Η αποτελεσματική διαχείριση των αντικαταστάσεων και των αντικαταστατών στο κυπριακό εκπαιδευτικό σύστημα είναι κρίσιμη για την εξασφάλιση της ποιότητας της εκπαίδευσης. Παρά τις προκλήσεις που υπάρχουν, η εφαρμογή στρατηγικών βελτίωσης, όπως η βελτίωση των όρων εργασίας τους, η διατήρηση του δικαιώματος για εργασία χωρίς ημερομηνία λήξης κ.ά., μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία ενός πιο αποτελεσματικού εκπαιδευτικού περιβάλλοντος για τους μαθητές μας και τους εκπαιδευτικούς.
Μιχάλης Αλεξόπουλος, Βοηθός Γενικός Γραμματέας ΠΟΕΔ, Γενικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ.
Άμεση ανάγκη αναβάθμισης των σχολικών υποδομών ειδικής εκπαίδευσης: Μία θεμελιώδης κοινωνική και εκπαιδευτική υποχρέωση.
Η υποστήριξη των παιδιών που τυγχάνουν ειδικής αγωγής, αποτελεί θεμελιώδη κοινωνική και εκπαιδευτική υποχρέωση, η οποία ενισχύεται μέσω της ανάπτυξης και διατήρησης κατάλληλων σχολικών υποδομών. Στο παρόν άρθρο εξετάζονται οι προκλήσεις και οι ελλείψεις στις υλικοτεχνικές υποδομές των δημόσιων σχολείων της Κύπρου, ειδικά για μαθητές ειδικής εκπαίδευσης.
Η πρόσβαση σε ποιοτική εκπαίδευση σε ασφαλές και υποστηρικτικό περιβάλλον συνιστά θεμελιώδες δικαίωμα όλων των μαθητών και μαθητριών. Στην Κυπριακή Δημοκρατία, η ειδική αγωγή προβλέπεται νομοθετικά, ενισχυόμενη από τη Σύμβαση του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, η οποία διασφαλίζει την ισότιμη πρόσβαση και ενσωμάτωσή τους στο εκπαιδευτικό σύστημα. Εντούτοις, τα σχολεία της Κύπρου εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες στην παροχή κατάλληλων υποδομών, παρακωλύοντας τη δίκαιη εκπαιδευτική υποστήριξη.
Δυστυχώς φαίνεται να υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις στις υποδομές, που επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα εκπαίδευσης και τη συναισθηματική υγεία των μαθητών. Η ισχύουσα νομοθεσία απαιτεί την ύπαρξη πλήρως εξοπλισμένων αιθουσών διδασκαλίας ανά σχολική μονάδα για τη φιλοξενία μαθητών με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες. Οι χώροι αυτοί οφείλουν να πληρούν συγκεκριμένες κατασκευαστικές απαιτήσεις οι οποίες να ανταποκρίνονται στις αυξημένες ανάγκες για συγκέντρωση και εξατομικευμένη στήριξη που χρειάζονται τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες, διαταραχές επικοινωνίας ή αυτισμό.
Παρά τις προσπάθειες αναβάθμισης που καταβάλλονται, πολλές σχολικές μονάδες εξακολουθούν να στερούνται των απαραίτητων δομών, αναγκάζοντας τα παιδιά να χρησιμοποιούν ακατάλληλους χώρους, όπως γραφεία δασκάλων και πολυχρηστικές αίθουσες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να διαταράσσεται η μαθησιακή διαδικασία, με αρνητικές συνέπειες στη μαθησιακή και κοινωνική ανάπτυξη των μαθητών.
Η απουσία κατάλληλων χώρων επηρεάζει δυσμενώς και τους εκπαιδευτικούς, το έργο των οποίων παρακωλύεται. Επιπλέον, το εκπαιδευτικό σύστημα εμφανίζεται αδύναμο να ανταποκριθεί στην αυξανόμενη ζήτηση για ειδική υποστήριξη, ιδιαίτερα σε αστικές περιοχές, όπου ο αριθμός των μαθητών με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες αυξάνεται ραγδαία. Τα υφιστάμενα πρότυπα σχεδιασμού σχολικών μονάδων, όχι μόνο δεν τηρούνται, αφού μεγάλος αριθμός σχολείων δεν διαθέτει αίθουσα ειδικής εκπαίδευσης και λογοθεραπείας, αλλά χρήζουν άμεσης αναθεώρησης για να ανταποκρίνονται στις αυξημένες πλέον ανάγκες.
Η διασφάλιση επαρκούς και σύγχρονης υλικοτεχνικής υποδομής είναι ζωτικής σημασίας για την ισότιμη εκπαιδευτική ένταξη. Αυτό πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα της εκπαιδευτικής πολιτικής, με την ενσωμάτωση σχετικών προνοιών στον προϋπολογισμό και τη στενή παρακολούθηση της εφαρμογής τους.
Η επείγουσα ανάγκη αναβάθμισης των σχολικών υποδομών για ειδική αγωγή και εκπαίδευση, αναδεικνύει μια ουσιαστική και διαρκή πρόκληση για το εκπαιδευτικό σύστημα της Κύπρου. Η άμεση αναθεώρηση και τήρηση των προτύπων σχεδιασμού, σε συνδυασμό με την υιοθέτηση μακροπρόθεσμων στρατηγικών για τη βελτίωση των υποδομών, είναι επιτακτική. Ένας κατάλληλα σχεδιασμένος και λειτουργικός σχολικός χώρος αποτελεί σημαντικό βήμα προς την εκπαιδευτική ισότητα και την ενσωμάτωση, προσφέροντας σε κάθε παιδί τη δυνατότητα να αναπτύξει πλήρως τις δυνατότητές του. Η πλήρης εφαρμογή των απαιτούμενων προδιαγραφών για τις σχολικές υποδομές θα διασφαλίσει ένα βιώσιμο και προσβάσιμο εκπαιδευτικό σύστημα, ενδυναμώνοντας το δικαίωμα κάθε μαθητή σε ισότιμη, ποιοτική και ασφαλή εκπαίδευση.
Μιχάλης Αλεξόπουλος, Βοηθός Γενικός Γραμματέας ΠΟΕΔ, Γενικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ.
Λεωνίδας Χατζηλοΐζου, Μέλος ΕΔΣ ΠΟΕΔ, Γενικός Οργανωτικός Α.Κί.ΔΑ.
Χρίστος Ανδρέου, Εκπαιδευτικός Δημοτικής