Οι εγκύκλιοι και οι ενημερώσεις του Υπουργείου Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας δεν έχουν επαφή με την πραγματικότητα είναι εκτός τόπου και χρόνου.
Πόσο ακόμη θα επιμένει το ΥΠΠΑΝ να οργανώσει μια εξ αποστάσεως εκπαίδευση, που δεν μπορεί καν να υποστηριχθεί από τα τεχνολογικά μέσα που διαθέτει και τα λογισμικά που προτείνει;
Πώς μπορεί να υπόσχεται σύγχρονη τηλεκπαίδευση χωρίς να έχει επιμορφώσει έστω και έναν εκπαιδευτικό;
Πώς μπορεί το παιδί του Νηπιαγωγείου και του Δημοτικού να έρθει σε επαφή μέσω τηλεδιασκέψεων χωρίς να έχει ΗΥ ή διαδίκτυο;
Έχουν οδηγήσει σε παράκρουση εκπαιδευτικούς, μαθητές και γονείς σε ένα παιχνίδι αναμονής, υπόσχεσης, οράματος χωρίς περιεχόμενο.
Πότε θα καταλάβουν πως αυτό που σχεδιάζουν είναι αδύνατο να λειτουργήσει; Πότε θα καταλάβουν ότι με τις εμμονές τους σε συγκεκριμένα λογισμικά και πρακτικές βραχυκυκλώνουν τις διευθύνσεις και εκπαιδευτικούς με πείρα στον τομέα της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης οι οποίοι θα μπορούσαν μέσα από την εμπειρία τους να αυτενεργήσουν, να μεγαλουργήσουν και να βοηθήσουν και τους συναδέλφους τους να χρησιμοποιήσουν τέτοιες μεθόδους;
Ποτέ θα καταλάβουν πως η διδασκαλία είναι μια ζωντανή επικοινωνία ανθρώπων και όχι delivery γνώσεων;
Παίζουν δυστυχώς ξανά ένα επικοινωνιακό παιχνίδι, ένα παιχνίδι εντυπώσεων δημιουργώντας ψηλές και ουτοπικές προσδοκίες στην κοινή γνώμη, χωρίς να φαίνεται να τους ενδιαφέρει η λειτουργικότητα και η ουσία. Έχουν οδηγήσει σε ένα θέατρο του παραλόγου εν μέσω μιας πρωτόγνωρης και τρομερά επικίνδυνης κρίσης που αφορά στην υγεία των πάντων. Εμείς δεν βρίσκουμε κανένα ενδιαφέρον σ΄ αυτό το ψέμα και δεν μπορούμε να σιγήσουμε.
Διαπιστώνεται έντονα τα τελευταία χρόνια ότι οι μαθητές καλύπτουν τεράστια ποσότητα ύλης, σπαταλούν αμέτρητες ώρες διδασκαλίας στο σχολείο, μελέτης, φροντιστηρίων και εντούτοις τα αποτελέσματα μας είναι φτωχά και οι μαθητές μας έχουν ελλείψεις σε δεξιότητες ζωής και στερούνται δείγματα σωστής Παιδείας. Ας μας προβληματίσει και ας είναι αυτή η κρίση η αφετηρία για μια καινούργια θεώρηση της εκπαιδευτικής πολιτικής, μακριά από σκοπιμότητες και κινήσεις δημιουργίας εντυπώσεων. Με σωστή εκτίμηση του όγκου της ύλης, βελτίωση της ποιότητας της διδασκαλίας, ενίσχυση του τεχνολογικού εξοπλισμού των σχολείων, εισαγωγή διδασκαλίας στην τεχνολογία και στα μέσα και τη διαμόρφωση ανθρώπινων και αποτελεσματικών σχολείων όπου εκπαιδευτικοί και μαθητές θα απολαμβάνουν την μάθηση.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ, Αντιπρόεδρος ΑΚΙΔΑ, Μέλος Διοικητικού Συμβουλίου ΠΟΕΔ
ΜΑΡΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΛΗΣ, Μέλος ΔΣ ΑΚΙΔΑ, Γραμματέας Ε.Γ. ΠΟΕΔ Λάρνακας
Από τη μέρα του οριστικού κλεισίματος των σχολείων, επικρατεί μια δικαιολογημένη ανησυχία από τους εκπαιδευτικούς της Κύπρου. Οι Επίσημες τοποθετήσεις, οι ασαφείς εγκύκλιοι και τα πολλά αναπάντητα ερωτήματα, έχουν προκαλέσει για ακόμα μια φορά μπάχαλο στα της Εκπαίδευσης. Και όλα αυτά σε μια περίοδο που ο κόσμος δοκιμάζεται και μετρά τις αντοχές του απέναντι σε έναν αόρατο εχθρό. Ενώ το ΥΠΠΑΝ θα έπρεπε να είναι καθησυχαστικό και σαφές απέναντι στο προσωπικό του, πράττει ακριβώς το αντίθετο. Η τελευταία επίσημη επικοινωνία με τον εκπαιδευτικό κόσμο, η περιβόητη εγκύκλιος της 16ης Μαρτίου[1], αντί να εξομαλύνει την κατάσταση, μάλλον την περιέπλεξε ακόμα περισσότερο.
Το υλικό που ετοιμάζεται από το ΥΠΠΑΝ είναι μεν χρήσιμο, αλλά και εκεί είναι έκδηλο πως το εγχείρημα έγινε βιαστικά. Δημιουργούνται επίσης εύλογα ερωτήματα αφού σε κάποια γνωστικά αντικείμενα γίνεται σαφής αναφορά για συνέχιση της διδακτέας ύλης[2][3], πράγμα που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με δημόσιες τοποθετήσεις του Υπουργού Παιδείας. Εκείνο που είναι επιτακτική ανάγκη να γίνει, είναι να δοθούν τελικές κατευθυντήριες γραμμές από το ΥΠΠΑΝ και μέσα στο πλαίσιο που καθορίζουν, ο κάθε εκπαιδευτικός να πράξει τα δέοντα. Πρώτα και κύρια όμως, το ΥΠΠΑΝ πρέπει να κατασταλάξει στο σε τι στοχεύει και πως αυτό θα επιτευχθεί. Επιβάλλεται να τεθούν βραχυπρόθεσμοι και μακροπρόθεσμοι στόχοι, με ξεκάθαρο πλάνο υλοποίησης. Αν θα προχωρήσει η ύλη, πως θα προχωρήσει η ύλη και πως θα εξασφαλιστεί πως όλοι οι μαθητές θα έχουν ίσες ευκαιρίες συμμετοχής και μάθησης. Πρέπει να τονιστεί πως οι εκπαιδευτικοί ξέρουν καλύτερα από τον καθένα τους μαθητές τους και τις ανάγκες τους και με βάση το πλαίσιο που θα καθοριστεί, θα εργαστούν με τον ζήλο που τους διακρίνει, επιλέγοντας το υλικό που ανταποκρίνεται στις μαθησιακές ιδιαιτερότητες της τάξης τους. Συνεπώς εννοείται πως κάθε εκπαιδευτικός θα πρέπει να αφεθεί να εργαστεί μέσα στα πλαίσια της αυτονομίας και της αυτενέργειάς του, ετοιμάζοντας και δικό του υλικό, όπως και όπου κρίνει απαραίτητο.
Σε σχέση με το πως θα προχωρήσουμε στο αμέσως επόμενο διάστημα όσον αφορά το διδακτικό υλικό και ύλη, είναι προφανές πως είναι ιδιαίτερα δύσκολο να διδαχθεί νέα ύλη. Αν λάβουμε υπόψη πως ήδη Πανεπιστήμια έχουν αναστείλει τις εξεταστικές τους, είναι άτοπο να θεωρούμε πως μπορούμε να προχωρήσουμε με διδασκαλία καινούριας ύλης σε παιδιά μικρών ηλικιών. Ειδικά αν αναλογιστεί κανείς και τον αριθμό των μαθητών που δεν έχουν πρόσβαση στην τεχνολογία, τίθενται σοβαρά ερωτήματα ισονομίας και ίσων ευκαιριών προς όλα ανεξαίρετα τα παιδιά. Η εξ αποστάσεως εκπαίδευση που διατείνεται το ΥΠΠΑΝ θα έχει ουσιαστική χρησιμότητα για τα παιδιά μας, μόνο αν ιδωθεί με το σωστό περιεχόμενο. Θα ήταν πραγματικά χρήσιμη, αν αποτελούσε το εργαλείο για συχνή επικοινωνία εκπαιδευτικού και μαθητών, κυρίως για ψυχολογική στήριξη. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για παροχή συμβουλών ή και υλικού για δημιουργική απασχόληση. Στην ίδια κατεύθυνση, θα μπορούσαν να δοθούν φύλλα εργασίας, με φειδώ, ως επανάληψη σε ύλη που ήδη έχει καλυφθεί. Εννοείται δε, πως ρεαλιστικά μπορεί να εφαρμοστεί ένα μοντέλο ασύγχρονης διδασκαλίας, αφήνοντας στους εκπαιδευτικούς τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν εργαλεία με τα οποία οι ίδιοι είναι εξοικειωμένοι ή επιθυμούν να εφαρμόσουν με βάση τις ανάγκες τους. Το ΥΠΠΑΝ ενδεχομένως μπορεί να καταρτίσει μια λίστα με τέτοια εργαλεία και θα ήταν συνετό να σταματήσει την προσκόλληση μόνο στο Microsoft Teams, το οποίο έχει μεν κάποιες δυνατότητες αλλά δεν είναι το μοναδικό και υπάρχουν σοβαρές επιφυλάξεις ως προς την καταλληλότητα του και δη σε παιδιά πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Αν θεωρήσουμε πως η σχολική χρονιά θα χαθεί, το ΥΠΠΑΝ θα έπρεπε ήδη να επεξεργάζεται διάφορα σενάρια, ώστε να είναι έτοιμο για τον Σεπτέμβρη. Αν κάτι μάθαμε από τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, είναι πως το να είμαστε προνοητικοί και μπροστά από τα γεγονότα, είναι εκ των ων ου άνευ. Προς αυτή την κατεύθυνση, το ΥΠΠΑΝ θα έπρεπε ήδη να έχει καλέσει τους συμβούλους των διαφόρων γνωστικών αντικειμένων, ώστε να επεξεργαστούν την υφιστάμενη ύλη και να την περιορίσουν για την επόμενη σχολική χρονιά. Η ύλη έτσι κι αλλιώς, εδώ και χρόνια θα έπρεπε να έχει αποφορτωθεί, μιας και είναι δυσανάλογη με τον σχολικό χρόνο. Με τα δεδομένα που δημιουργούνται, πλέον είναι αναπόφευκτο να γίνει περιορισμός της. Πρέπει να ληφθεί υπόψη, πως οι πρωτόγνωρες καταστάσεις που βιώνουμε, δεν θα επηρεάσουν μόνο την επόμενη σχολική χρονιά. Συνεπώς πρέπει να δοθεί χρόνος και τρόπος να δουλέψουν ομαλά τα σχολεία για τα επόμενα χρόνια. Θα μπορούσαν για παράδειγμα πυρηνικές γνώσεις που δεν καλύφθηκαν φέτος ανά τάξη, να μεταφερθούν στην επόμενη με χρονικό ορίζοντα διδασκαλίας το πρώτο δίμηνο της νέας σχολικής χρονιάς. Φυσικά για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, επιβάλλεται και η Εκπαιδευτική Υπηρεσία, αλλά και το ΥΠΠΑΝ να υπερβάλουν εαυτούς, ή καλύτερα να εφαρμόσουν κατά γράμμα τη νομοθεσία. Τα σχολεία πρέπει να είναι στελεχωμένα στο ακέραιο από την πρώτη μέρα που θα ανοίξουν, κάτι που δυστυχώς τα τελευταία χρόνια δεν υλοποιείται σε καμιά περίπτωση. Αν γίνει αυτό, θα κερδηθεί πολύτιμος χρόνος από τα σχολεία για να οργανωθούν, να ετοιμάσουν άμεσα ωρολόγιο πρόγραμμα και να ξεκινήσουν έργο. Αν τα σχολεία ανοίξουν ομαλά ως προς τη στελέχωσή τους, θα έχουν και την ηρεμία να προχωρήσουν αποφασιστικά σε μια ομολογουμένως δύσκολη χρονιά.
Το ΥΠΠΑΝ οφείλει έστω και τώρα να είναι μπροστά από τα γεγονότα, ώστε να υπάρχει λιγότερη αναστάτωση και αβεβαιότητα μεταξύ των εκπαιδευτικών και των γονιών. Έστω και την υστάτη, μπορούν να καταγραφούν με σαφήνεια οι σκοποί και οι στόχοι για το επόμενο διάστημα και ένα κατανοητό πλάνο υλοποίησης. Είναι σημαντικό να ξεκαθαριστεί το τι θα γίνει με την ύλη που δεν διδάχθηκε, λαμβάνοντας υπόψη και την αδυναμία αρκετών μαθητών να συμβαδίσουν με την εξ αποστάσεως εκπαίδευση, τις δυσκολίες που αυτή εμπεριέχει και τις ίσες ευκαιρίες που οφείλει το ΥΠΠΑΝ να εξασφαλίζει για όλους τους μαθητές. Η προϊστάμενη αρχή, έχει υποχρέωση να εμπνέει, να ηγείται, να κατευθύνει, να προβλέπει και να καθησυχάζει. Το ΥΠΠΑΝ τέλος, πρέπει να ετοιμαστεί από τώρα για την επόμενη σχολική χρονιά. Με ψυχραιμία και ξεκάθαρη στόχευση. Αν υπάρχει πλάνο και στρατηγική, αλλά και προσήλωση στον στόχο και όχι τις εντυπώσεις, ΘΑ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΟΥΜΕ!
Μιχάλης Αλεξόπουλος, Μέλος Δ.Σ. ΠΟΕΔ, Γενικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ
Λεωνίδας Χατζηλοΐζου, Γ.Α. ΠΟΕΔ, Γενικός Οργανωτικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ
Αναστασία Μαγίδου, Αντικαταστάτρια Προδημοτικής και Ειδικής, Β. Γεν. Οργ. Γρ/τεας. Α.Κί.ΔΑ
[1] http://enimerosi.moec.gov.cy/ypp10564
[2] http://ellid.schools.ac.cy/index.php/el/yliko/endeiktiko-yliko
[3] http://mathd.schools.ac.cy/index.php/el/yliko/endeiktiko-yliko
Σε όλες τις πρόσφατες προσπάθειες εκσυγχρονισμού και μεταρρύθμισης του Κυπριακού Εκπαιδευτικού Συστήματος κοινό σημείο αποτελεί η Δημόσια εκπαίδευση ως κοινωνικό και πολιτιστικό δικαίωμα για όλους. Επιπρόσθετα, υπερτονίζεται η ανάγκη για ένα Δημοκρατικό και Ανθρώπινο Σχολείο, το οποίο θα λειτουργεί για την κοινωνική ενσωμάτωση όλων των παιδιών και για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και θα αποτελεί σημαντικό παράγοντα προς την Κοινωνική δικαιοσύνη.
Με βάση την πιο πάνω φιλοσοφία κάθε παιδί έχει αναφαίρετο δικαίωμα να εγγραφεί και να φοιτήσει σε ένα δημόσιο σχολείο της Κύπρου, σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο της σχολικής χρονιάς, από όπου κι αν κατάγεται, με ή χωρίς δικαίωμα παραμονής στην Κύπρο. Σε κάθε παιδί δίδεται αμέσως μία θέση στο σχολικό περιβάλλον, με απόλυτο σεβασμό στις ιδιαιτερότητές του και του παρέχονται όλα τα απαραίτητα μέσα για να ενταχθεί σε μία σχολική τάξη και να φοιτήσει. Αυτό είναι και το ζητούμενο, ίσες ευκαιρίες μάθησης. Αυτό βέβαια είναι το αισιόδοξο σενάριο, στην πραγματικότητα όμως αρκετά μπορούν να γίνουν ακόμα (ενισχυτική διδασκαλία, επαρκής χρόνος για αλλόγλωσσους μαθητές κ.ά.).
Από τις 13 Μαρτίου που έκλεισαν τα σχολεία λόγω της πανδημίας του κορονωϊού άρχισε η συζήτηση για το τι μέλλει γενέσθαι. Οι δασκάλες/οι δέχθηκαν ένα καταιγισμό εγκυκλίων από το ΥΠΠΑΝ, οι οποίες παρουσίαζαν αρκετές ασάφειες και κενά, για να καταλήξουν στην πρόταση για εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Θα έπρεπε στο 2020 να είμαστε σε θέση για κάτι τέτοιο; Αναντίλεκτα. Είμαστε; Αναντίλεκτα όχι. Δυστυχώς για άλλη μια φορά βρεθήκαμε απροετοίμαστοι.
Το όλο εγχείρημα δε σκοντάφτει τόσο στην ετοιμότητα των δασκάλων, που θα έπρεπε να δεχθούν έστω κάποιου είδους επιμόρφωση. Οι δασκάλες/οι από την πρώτη μέρα επέδειξαν υπέρμετρο ζήλο, ευσυνειδησία και αφοσίωση στο επάγγελμα τους, μελετώντας, προσπαθώντας, ακολουθώντας και τις οδηγίες τις οποίες δέχονταν, να βοηθήσουν με κάθε τρόπο. Συνέβαλαν στη συλλογή στοιχείων των μαθητών, επικοινώνησαν με γονείς, διάδωσαν υλικό με ιδέες για δημιουργική απασχόληση των παιδιών και είναι έτοιμοι να κάνουν ό,τι άλλο χρειαστεί ώστε να τα ενισχύσουν συναισθηματικά αυτές τις δύσκολες μέρες αλλά και μαθησιακά όλα τα παιδιά.
Η αχίλλειος πτέρνα της καινοτομίας που επιχειρείται τόσο ξαφνικά εν καιρώ πανδημίας είναι το παιδί. Το παιδί που δεν έχει τα μέσα για να ακολουθήσει αυτήν την καινοτομία της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Το συγκεκριμένο παιδί που ενώ τα υπόλοιπα θα προχωρούν αυτό θα μένει πίσω. Το παιδί για το οποίο θα ανοίξει ακόμα περισσότερο η ψαλίδα της ανισότητας. Το παιδί που δεν θα έχει ίσες ευκαιρίες μάθησης. Το παιδί που θα στερείται το κοινωνικό αγαθό που ονομάζεται δικαίωμα στην εκπαίδευση. Γνωρίζουμε πλέον με τα ποσοστά από τα στατιστικά στοιχεία που έχουν συλλεχθεί ότι υπάρχει αυτό το παιδί. Θα έχει νόημα και σημασία να συνεχίσουμε μόνο αν εκμηδενιστεί το ποσοστό αυτό. Μόνο αν διασφαλίσουμε ότι όλα τα παιδιά έχουν όλα τα μέσα που χρειάζονται για να ξεκινήσουν αυτή την καινοτομία από την ίδια αφετηρία. Δεν έχει το δικαίωμα κανένα ΥΠΠΑΝ και κανένας εκπαιδευτικός να αποκλείσει αυτό το παιδί. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε το πρόγραμμα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης σε ένα Δημοκρατικό και Ανθρώπινο σχολείο των Ίσων ευκαιριών παραγνωρίζοντας το παιδί.
Λύσεις υπάρχουν. Ίσως, όταν κοπάσει η πρώτη ένταση που προκλήθηκε λόγω της έκτακτης ανάγκης, η θολή εικόνα του παιδιού που δεν απέκτησε ποτέ εκείνο τον υπολογιστή που ήθελε, να καθαρίσει λίγο περισσότερο στα μάτια μας. Ίσως, ακούσουμε τη φωνή του παιδιού που δεν έχει πρόσβαση στο διαδίκτυο πιο καθαρά· και ίσως τότε με περισσότερη ενσυναίσθηση να αναζητήσουμε αυτές τις λύσεις τις ανθρώπινες και δημοκρατικές, τις λύσεις των ίσων ευκαιριών, οι οποίες δε θα μας καταστήσουν συνεργούς στην παρεμπόδιση της κοινωνικής ισότητας και δικαιοσύνης. Η εξ αποστάσεως εκπαίδευση είναι δυνατόν να αποτελεί μια λύση για όσο διάστημα τα σχολεία παραμένουν κλειστά, εάν και εφόσον συμμετάσχει σε αυτή και το τελευταίο παιδί. Η ευθύνη της πολιτείας είναι να στηρίξει το παιδί και όλα αυτά τα παιδιά που μειονεκτούν, να εξασφαλίσουν τον αναγκαίο εξοπλισμό και την πρόσβαση στη γνώση. Αν αυτό δεν είναι δυνατόν είμαστε υποχρεωμένοι να προχωρήσουμε σε άλλες λύσεις, οι οποίες θα συνιστούν λύσεις για όλα ανεξαιρέτως τα παιδιά.
*Βοηθός Γεν. Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ, Γ.Α. ΠΟΕΔ
**Αντιπρόεδρος Α.Κί.ΔΑ, Μέλος ΔΣ ΠΟΕΔ
Αρχικά πρέπει να επισημανθεί πως δε θα έπρεπε να γίνεται καν συζήτηση για άνοιγμα των σχολείων μόνο για εκπαιδευτικούς. Το γεγονός και μόνο πως η χώρα βρίσκεται σε μια πρωτοφανή κρίση και έχει να διαχειριστεί μια πρωτόγνωρη κατάσταση με ανυπολόγιστες συνέπειες, είναι αρκετό για να δικαιολογήσει το κλείσιμο και των σχολείων και όλων των άλλων επιχειρήσεων, με στόχο την προστασία της δημόσιας υγείας. Το κράτος θα έπρεπε να προστατέψει όλες τις ομάδες εργαζομένων, χωρίς δεύτερη σκέψη, ακολουθώντας τα πρωτόκολλα και τα παραδείγματα άλλων χωρών! Η Κυβέρνηση θα έπρεπε να επεξεργάζεται τρόπους διαχείρισης και προστασίας του πληθυσμού. Αντί αυτού, το ΥΠΠΑΝ θεώρησε συνετό, να εξαγγείλει μια ακόμα κε(αι)νοτομία, κρίνοντας πως η συγκεκριμένη κατάσταση είναι μια ευκαιρία να εφαρμόσουμε πρωτοποριακά προγράμματα τηλεκπαίδευσης. «Τώρα ήρθε η ώρα», ανέφερε ο Υπουργός Παιδείας, αναφερόμενος στην εξ αποστάσεως μάθηση και στην αξιοποίηση των ηλεκτρονικών μέσων διδασκαλίας! Την ίδια ώρα που οι Εκπαιδευτικές οργανώσεις δήλωσαν έτοιμες για παράταση του σχολικού έτους και άλλες ημερολογιακές διευθετήσεις, ώστε να μην στερηθούν τη μάθηση οι μαθητές.
Όπως είναι γνωστό, ο κορωναϊός εμφανίστηκε στην Κίνα πριν τρεις μήνες και ακολούθησε η εμφάνιση του στην Ευρώπη, ένα μήνα μετά. Είναι δεδομένο πως ο ιός θα έφτανε και στην Κύπρο. Αν το ΥΠΠΑΝ είχε πρόθεση να εφαρμόσει εξ αποστάσεως διδασκαλία, αφού τα σχολεία αργά ή γρήγορα θα έκλειναν, είχε χρόνο να οργανωθεί επαρκώς. Να προχωρήσει σε επιμορφώσεις, να καταγραφούν οι ανάγκες και οι ελλείψεις, να γίνει σχετική ενημέρωση των γονιών και να στηθεί ο μηχανισμός λειτουργίας αυτού του εγχειρήματος. Αντί αυτού δεν έπραξε τίποτε. Μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο εξήγγειλε την εφαρμογή του μέτρου. Η απόφαση του ΥΠΠΑΝ μπορεί να χαρακτηριστεί ως ουτοπική και καθόλα εκτός πραγματικότητας! Δείχνει επίσης τη γύμνια της Επίσημης Πλευράς και την παντελή έλλειψη στρατηγικής, για ακόμη μια φορά. Ειδικότερα:
Η λίστα εννοείται πως είναι ακόμη μεγαλύτερη. Από τη μέρα που έκλεισαν τα σχολεία υπάρχει μια σύγχυση όσον αφορά τις οδηγίες του Υπουργείου προς τις σχολικές μονάδες και τους εκπαιδευτικούς. Το Υπουργείο, εξ αποστάσεως δεν μπορεί να επικοινωνήσει με τους εκπαιδευτικούς (οι οποίοι είναι ενήλικες) για να εξηγήσει 5 απλά πράγματα. Είναι άξιο απορίας πώς αναμένει από τους εκπαιδευτικούς να επικοινωνήσουν με μικρά παιδιά και να προχωρήσουν σε τηλεκπαίδευση.
Δυστυχώς, το ενδεχόμενο να μην ανοίξουν τα σχολεία μετά το Πάσχα, ούτε καν πριν το καλοκαίρι είναι πλέον ορατό. Το να αφήσουμε τους μαθητές στο σπίτι απλά να χάσουν τη χρονιά δεν είναι επιλογή. Ούτε όμως είναι επιλογή να εφαρμοστεί κάτι χωρίς οργάνωση το οποίο θα φέρει ανισότητες και το αίσθημα της ματαίωσης σε παιδιά και εκπαιδευτικούς. Άρα τι κάνουμε; Διάφορες πρωτοβουλίες από εκπαιδευτικούς για να παρέχουν εκπαίδευση στους μαθητές τους είναι αξιέπαινες όμως δεν είναι η λύση. Φανταστείτε ένα μαθητή Λυκείου να πρέπει να έχει πρόσβαση σε 4-5 διαφορετικά λογισμικά ή πλατφόρμες και ο κάθε καθηγητής να δρα αυθαίρετα. Φανταστείτε να έχουν πρόσβαση οι μισοί μαθητές ενώ οι άλλοι όχι.
Το Υπουργείο Παιδείας πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του και να δράσει άμεσα και οργανωμένα. Σίγουρα τα παραδείγματα άλλων χωρών και η βιβλιογραφία μπορούν να μας καθοδηγήσουν αλλά οι στιγμές που ζούμε είναι πρωτοφανείς και απαιτούν να βρεθούν λύσεις άμεσα, που να είναι κατάλληλες στο προφίλ του κύπριου μαθητή, εκπαιδευτικού και της ευρύτερης κυπριακής κοινωνίας. Γι' αυτό εισηγούμαστε τα εξής:
Φάση πρώτη
- Το Υπουργείο Παιδείας πρέπει να αποφασίσει εντός των επόμενων ημερών ποια μορφή θα έχει η εξ αποστάσεως εκπαίδευση σε κάθε βαθμίδα, ποιοι οι στόχοι της και ποια τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν. Η λογική λέει πως θα πρέπει να αποφασιστεί η πλατφόρμα που θα χρησιμοποιήσει η κάθε βαθμίδα και η ύλη που θα διδαχθεί. Δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί το ίδιο μέσο σε όλες τις βαθμίδες. Στα πιο μικρά παιδιά μπορεί να είναι απλά προγράμματα στην τηλεόραση ή στο Youtube ενώ στους πιο μεγάλους ένα ολοκληρωμένο λογισμικό στο οποίο θα έχουν διάδραση με τον εκπαιδευτικό.
- Θα πρέπει να αποφασιστεί (στη Δημοτική τουλάχιστον) σε ποια αντικείμενα θα διεξαχθεί εξ αποστάσεως μάθηση (είναι ανέφικτο να γίνει σε όλα) και πώς θα βοηθήσουν οι εκπαιδευτικοί των μαθημάτων που τα αντικείμενά τους είναι εκτός.
- Μέχρι το Υπουργείο να αποφασίσει θα πρέπει εξ αποστάσεως οι διευθύνσεις των σχολείων να καταγράψουν τα διαθέσιμα μέσα και τις ανάγκες των εκπαιδευτικών. Με τη σειρά τους, οι εκπαιδευτικοί να πράξουν το ίδιο για τους μαθητές τους. Σε κάθε σχολείο θα πρέπει να αναλάβουν 1-2 εκπαιδευτικοί τον συντονισμό με το Υπουργείο έτσι ώστε να επιμορφωθούν (εξ αποστάσεως) και να επιμορφώσουν τους συναδέλφους τους στην αξιοποίηση των μέσων. Όποια και να είναι αυτά.
- Αναλόγως της μορφής της εκπαίδευσης θα αρχίσει η ετοιμασία υλικού και η αποφόρτωση της ύλης. Ομάδες συμβούλων σε συνεργασία με πρόθυμους εκπαιδευτικούς να καταγράψουν ποια θα είναι η ύλη που θα πρέπει απαραιτήτως να διδαχθεί και να ετοιμάσουν υλικό. Η ετοιμασία υλικού θα συνεχίσει να γίνεται καθ’ όλη τη διάρκεια της εξ αποστάσεως μάθησης.
Συμπερασματικά, το Υπουργείο θα πρέπει να ζητήσει από τις σχολικές μονάδες (Δημοτικής) να καταγράψουν 1-2 τοπικούς υπεύθυνους για τα ηλεκτρονικά μέσα και εκπαιδευτικούς που είναι πρόθυμοι να συμμετάσχουν στις ομάδες ετοιμασίας υλικού και αποφόρτωσης ύλης (ανά αντικείμενο και ανά τάξη).
Φάση δεύτερη
- Αφού καταγραφούν οι ανάγκες εκπαιδευτικών και μαθητών, αναλόγως της μορφής που θα έχει η διδασκαλία, θα πρέπει να φροντίσει το Υπουργείο να τους εξοπλίσει με τα μέσα που θα είναι απαραίτητα. Είτε αυτό ονομάζεται φορητός υπολογιστής, είτε σύνδεση στο διαδίκτυο. Αν δεν έχουν όλα τα παιδιά και οι εκπαιδευτικοί πρόσβαση τότε θα υπάρχει δυσμενής διάκριση η οποία θα παρεμβαίνει στα βασικά δικαιώματα του παιδιού.
- Οι υπεύθυνοι οι οποίοι επιμορφώθηκαν στη χρήση της πλατφόρμας ή των μέσων θα επιμορφώσουν τους συναδέλφους τους.
- Τα Υπουργείο δημιουργεί ομάδες ανά αντικείμενο και ανά τάξη, οι οποίες θα είναι υπεύθυνες στη δημιουργία απλοποιημένου υλικού που θα καλύψει τις πυρηνικές γνώσεις και στην αποφόρτωση της ύλης.
- Γίνεται σταδιακά επικοινωνία με τους μαθητές για να αρχίσουν να έχουν πρόσβαση στα μέσα, και δοκιμή χρήσης τους.
Φάση τρίτη
- Σταδιακά αρχίζει το μάθημα.
Το Υπουργείο θα πρέπει να τονίσει πως καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας οι μαθητές είναι υποχρεωμένοι να συμμετάσχουν. Επίσης, δεν μπορούμε να αναμένουμε πως η μάθηση θα διαρκεί όσο διαρκεί το κανονικό σχολείο. Οι δραστηριότητες που θα ζητούμε από τα παιδιά (αναλόγως της ηλικίας) μπορεί να διαρκούν από 30 λεπτά μέχρι μερικές ώρες για τους μεγαλύτερους. Πρέπει να ληφθεί υπόψη και το γεγονός πως στο κάθε σπίτι δεν έχει μόνο 1 παιδί. Σε κάθε οικογένεια θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στη μάθηση όλα τα παιδιά. Καθώς με σύγχρονη μάθηση (δηλαδή μπαίνουν όλοι ταυτόχρονα) αυτό είναι ουσιαστικά ανέφικτο, θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά το ενδεχόμενο η μάθηση να είναι ασύγχρονη.
Δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές. Πρέπει να είμαστε ευέλικτοι και να βρούμε λύσεις καθώς προχωρούμε. Για το καλό των παιδιών μας.
Όσο για την εύηχη δήλωση του πολιτικού προϊστάμενου του ΥΠΠΑΝ πως «τώρα ήρθε η ώρα», δυστυχώς τον αφήνει εκτεθειμένο! Η ώρα δεν ήρθε τώρα. Η ώρα ήταν πριν είκοσι και πλέον χρόνια. Είναι εξωφρενικό να ζούμε στο 2020 και να μην έχει το Υπουργείο Παιδείας και οι σχολικές μονάδες ένα άμεσο και πρακτικό τρόπο επικοινωνίας με τους γονείς, που να μην περιλαμβάνει το τηλέφωνο. Οι ελλείψεις και η απουσία οράματος των τελευταίων δεκαετιών αναδείχθηκαν με τον χειρότερο τρόπο στην επιφάνεια, την πιο ακατάλληλη στιγμή. Η Επίσημη Πλευρά έχει αναλώσει τόσο χρόνο και πόρους στους δείκτες και στα αστεράκια ενώ έχει παραμελήσει τις σημαντικότατες ελλείψεις των σχολείων σε υλικοτεχνικές υποδομές. Το καλοκαίρι του 2018 όταν οι εκπαιδευτικοί ζητούσαν αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου αυτά ζητούσαν, και άλλα πολλά. Επειδή οι εκπαιδευτικοί γνωρίζουν πολύ καλά πως δεν ήρθε τώρα η ώρα, αλλά έχει παρέλθει προ πολλού!
Μιχάλης Αλεξόπουλος, Μέλος Δ.Σ. ΠΟΕΔ, Γενικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ
Λεωνίδας Χατζηλοΐζου, Γ.Α. ΠΟΕΔ, Γενικός Οργανωτικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ
Η χρήση τεχνολογίας στα μαθησιακά περιβάλλοντα θεωρείται αναγκαία και δεν είναι τυχαίο πως τα πλείστα μαθήματα όπως αυτά περιλαμβάνονται στα Νέα Αναλυτικά Προγράμματα, εισηγούνται δραστηριότητες στις οποίες επιβάλλεται η χρήση Τ.Π.Ε. (Τεχνολογία Πληροφοριών και Επικοινωνίας). Η χρήση εξάλλου του υπολογιστή στο μάθημα, έχει γίνει αδήριτη ανάγκη, όχι μόνο για τον εκπαιδευτικό, αλλά και για τους ίδιους τους μαθητές. Η εισαγωγή και ένταξη των Τ.Π.Ε. στην εκπαιδευτική διαδικασία, δημιουργεί ένα σύγχρονο μαθησιακό περιβάλλον, εποικοδομητικού, αλληλεπιδραστικού και συνεργατικού τύπου. Όπως παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και το ΥΠΠΑΝ προς αυτή την κατεύθυνση σχεδιάζουν και προτείνουν προγράμματα και δράσεις που αφορούν τη χρήση Τ.Π.Ε. Αξίζει να σημειωθεί πως κατά την περσινή σχολική χρονιά, το ΥΠΠΑΝ προχώρησε στη μετονομασία του μαθήματος «Σχεδιασμός και Τεχνολογία» σε «Σχεδιασμός και Τεχνολογία – Ψηφιακές Τεχνολογίες[1][i]», με στόχο όπως το ίδιο καταγράφει να «εξυπηρετείται μια από τις βασικές προτεραιότητες του ΥΠΠΑΝ για ενσωμάτωση των Ψηφιακών Τεχνολογιών και στη Δημοτική Εκπαίδευση». Το μάθημα στοχεύει στην απόκτηση από τους μαθητές τεχνικών γνώσεων και δεξιοτήτων σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας των υπολογιστικών συστημάτων/εφαρμογών και εργαλείων και περιλαμβάνει δράσεις προγραμματισμού, ρομποτικής κ.ά. Αντίστοιχη ενότητα συμπεριλαμβάνεται στο μάθημα της Αγωγής Υγείας[2] με θέμα την «Ασφάλεια στο Διαδίκτυο», με στόχευση την ανάπτυξη της ψηφιακής ικανότητας των μαθητών. Κατά το ΥΠΠΑΝ κρίνεται σημαντικό να γίνει ενδυνάμωση των παιδιών σε θέματα ανάπτυξης δεξιοτήτων που αφορούν την ψηφιακή τους ικανότητα, έτσι ώστε να προστατευτούν με την ορθή χρήση διαδικτυακών περιβαλλόντων.
Φαίνεται όμως, πως η εισαγωγή των Τ.Π.Ε. στην εκπαίδευση, με τα υφιστάμενα δεδομένα, γίνεται αποσπασματικά, χωρίς ξεκάθαρη στρατηγική ή στόχευση και χωρίς όραμα. Η απουσία οράματος και πρόθεσης για στήριξη, εστιάζεται σε δύο σημεία: α) την αποτυχία της Επίσημης Πλευράς να οργανώσει, να σχεδιάσει και να εισάγει ένα ξεχωριστό γνωστικό αντικείμενο ειδικά για τα Τ.Π.Ε. στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και β) την παντελή απουσία στήριξης στο ανθρώπινο δυναμικό των σχολείων για συντονισμό των Τ.Π.Ε.
Είναι ξεκάθαρο, πως το μάθημα της Τεχνολογίας που υποτίθεται θα έπρεπε να διδάσκεται μέσα από το μάθημα «Σχεδιασμός και Τεχνολογία» καθίσταται προβληματικό, μιας και στα περισσότερα σχολεία δεν υπάρχουν εργαστήρια πληροφορικής ή ο εξοπλισμός είναι πεπαλαιωμένος και σε αχρησία. Τα παιδιά δε, καλούνται να επιλύσουν δραστηριότητες προγραμματισμού και κώδικα, κυρίως με φύλλα εργασίας, χωρίς να έχουν κατακτήσει βασικές/στοιχειώδεις γνώσεις χρήσης ηλεκτρονικού υπολογιστή. Είναι σημαντικό, να καταγραφεί η παραδοξότητα της εισαγωγής ενοτήτων πληροφορικής σε άλλα γνωστικά αντικείμενα, φορτώνοντάς τα ύλη, ενώ θα έπρεπε εδώ και χρόνια να γίνει η εισαγωγή του μαθήματος της Πληροφορικής ως ξεχωριστό γνωστικό αντικείμενο – με τη δημιουργία των επιβαλλόμενων υποδομών (εργαστήρια Ηλεκτρονικών Υπολογιστών), όπως συμβαίνει στα Ενιαία Ολοήμερα σχολεία – με τη διδασκαλία του μαθήματος από την Α΄ τάξη. Φυσικά και εκεί το Αναλυτικό Πρόγραμμα που εφαρμόζεται, κρίνεται απηρχαιωμένο και σε μεγάλο βαθμό ξεπερασμένο, μιας και πρόκειται για σύγγραμμα του 2006[3] και δεν συμβαδίζει με τα σημερινά δεδομένα των Τ.Π.Ε. και η όλη του φιλοσοφία στηρίζεται στη διδασκαλία καθαρά τεχνικών γνώσεων. Συνεπώς, μαζί με την επιβαλλόμενη εισαγωγή μαθήματος Πληροφορικής, χρειάζεται η αναδόμηση ενός πλήρως αναθεωρημένου και επικαιροποιημένου Αναλυτικού Προγράμματος, με περιεχόμενο που να συμβαδίζει με τις νέες τάσεις στα Τ.Π.Ε. και τη σύγχρονη εποχή της τεχνολογίας. Για παράδειγμα δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να αγνοηθεί, η έντονη συζήτηση που δικαίως γίνεται, για την επιβαλλόμενη στροφή των Τ.Π.Ε. στον εγγραμματισμό στα Μέσα (media literacy), που πρόκειται για την ικανότητα αποκωδικοποίησης, αξιολόγησης, ανάλυσης και παραγωγής έντυπων και ηλεκτρονικών Μέσων. Η επιστημονική κοινότητα προτάσσει το γεγονός πως το ότι τα παιδιά αποκτούν τεχνικές δυνατότητες στη χρήση διαφόρων πληροφοριακών συστημάτων, δεν συνεπάγεται ότι είναι και σε θέση να ασκούν κριτική ή να εξερευνούν νοήματα στο περιεχόμενο των Μέσων, να αναλύουν και να διαχειρίζονται ταυτότητες, αντικείμενο διακριτό της Επικοινωνίας.
Στα Δημοτικά η χρήση των υπολογιστών παρουσιάζει αυξητική τάση κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια. Με βάση τα πιο πρόσφατα σχετικά ευρήματα της Στατιστικής Υπηρεσίας, στη Δημοτική Εκπαίδευση το 2018 αναλογούσαν 14.1 υπολογιστές ανά 100 μαθητές, παρουσιάζοντας εντυπωσιακή αύξηση σε σχέση με το 2001 όπου αναλογούσαν μόλις 1,3 υπολογιστές ανά 100 παιδιά[4]. Με άλλα λόγια στα σχολεία Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης υπήρχαν το 2018 περίπου 8000 υπολογιστές σε χρήση. Στον αριθμό αυτό δεν υπολογίζονται οι υπολογιστές που χρησιμοποιούνται στα γραφεία των εκπαιδευτικών ή των διευθύνσεων των σχολείων. Δυστυχώς, ο εξοπλισμός στα περισσότερα σχολείο σε σχέση με τους επιτραπέζιους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, είναι απηρχαιωμένος. Πρόκειται για εξοπλισμό σχεδόν δεκαπέντε ετών, ο οποίος θα έπρεπε να βρίσκεται σε μουσεία ηλεκτρονικών υπολογιστών και όχι σε σχολικές αίθουσες.
Παρά τη σημαντικότατη εξέλιξη της τεχνολογίας, την αναβάθμιση σε τεχνολογικό εξοπλισμό, τις αυξημένες απαιτήσεις του ΥΠΠΑΝ, των μαθητών και της κοινωνίας στην αξιοποίηση της τεχνολογίας και τις αυξημένες ανάγκες των εκπαιδευτικών για συμβουλευτική και τεχνική υποστήριξη, δεν υπάρχει η ανάλογη στήριξη από το ΥΠΠΑΝ, στο ανθρώπινο δυναμικό των σχολείων. Ειδικότερα, παρά το γεγονός πως αποτελεί επιτακτική ανάγκη, δεν έχει γίνει θεσμοθέτηση του ρόλου του τοπικού συντονιστή Τ.Π.Ε., με παραχώρηση ωρών για διεκπεραίωση των καθηκόντων του. Ο ρόλος του συντονιστή[5] της σχολικής μονάδας, περιλαμβάνει γενικά και εκπαιδευτικά καθήκοντα καθώς και καθήκοντα τεχνικής στήριξης. Τα καθήκοντα που είναι επιφορτισμένος είναι ποικίλα και χρειάζονται πολλές εργατοώρες για να διεκπεραιωθούν (ενημέρωση βάσης δεδομένων, τακτικός έλεγχος περιουσίας, οργάνωση και διατήρηση εργαστηρίου πληροφορικής, επίλυση τεχνικών ζητημάτων, επικοινωνία με προμηθευτές, επικοινωνία με συμβούλους Τ.Π.Ε., μεντορικός ρόλος κ.ά.). Το έργο του γίνεται ακόμα πιο δύσκολο, αφού τα σχολεία έχουν πλέον εξοπλιστεί με συσκευές ελέγχου, ρομπότ εδάφους, tablet, εκτυπωτές, βιντεοπροβολείς και διαδραστικούς πίνακες. Αρκετά σχολεία ακόμα, διατηρούν ιστοσελίδες, προβάλλοντας το έργο και τις δράσεις που επιτελούνται σε αυτά. Παρατηρείται το εξωφρενικό φαινόμενο, να πολλαπλασιάζονται οι υποχρεώσεις του, αλλά να συρρικνώνεται ο χρόνος που του παραχωρείται. Ο χρόνος αυτός, κρίνεται ως ελλιπής και ανεπαρκής, αλλά και δυσανάλογος του φόρτου εργασίας για την υλοποίηση των καθηκόντων που αναλαμβάνει. Είναι πρακτικά αδύνατο να ασκήσει τον καθοδηγητικό του ρόλο, ως μέντορας σε θέματα ενσωμάτωσης των Τ.Π.Ε., αν αναλογιστεί κανείς, τα σοβαρά τεχνικά προβλήματα που παρατηρούνται, λόγω της συνεχούς χρήσης αλλά και της ηλικίας του εξοπλισμού. Την ίδια ώρα στην Προδημοτική Εκπαίδευση δεν υπάρχει καν αναφορά σε αυτό.
Είναι έκδηλο, πως δεν υπάρχει βούληση από την Επίσημη Πλευρά για ουσιαστική υποστήριξη των Τ.Π.Ε. στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, εμποδίζοντας τη χρήση της Τεχνολογίας στα σχολεία και αδρανοποιώντας εξοπλισμούς εκατομμυρίων. Η επιδερμική προσέγγιση της Επίσημης Πλευράς ως προς τα Τ.Π.Ε. και η απουσία στρατηγικής, θα έχει με μαθηματική ακρίβεια, την αδυναμία ενσωμάτωσης των Τ.Π.Ε. στην εκπαίδευση και την αχρήστευση του τεχνολογικού εξοπλισμού. Το κράτος όφειλε εδώ και χρόνια με αποφασιστικότητα να προχωρήσει στην εισαγωγή μαθήματος Πληροφορικής στο Δημοτικό, με το κατάλληλο περιεχόμενο. Την ίδια ώρα οφείλει να θεσμοθετήσει τον θεσμό του συντονιστή των Τ.Π.Ε. και να του δώσει τον απαραίτητο χρόνο για να εκτελεί τα καθήκοντά του. Ενώ τα Τ.Π.Ε. θα έπρεπε να βρίσκονται πολύ ψηλά στις προτεραιότητες του Υπουργείου, παραδόξως περιορίζεται σε κενές και σποραδικές εξαγγελίες, υστερώντας στην ουσιαστική παροχή στήριξης ή ολικής θεώρησής τους. Αν το ΥΠΠΑΝ πραγματικά θέλει να προχωρήσει σε καινοτομίες στην εκπαίδευση, εκσυγχρονίζοντάς την, οφείλει να στηρίξει έμπρακτα το κομμάτι της ενσωμάτωσης των Τ.Π.Ε., με γνώμονα πως οι διδακτικές προτάσεις, οι σύγχρονες εκπαιδευτικές προσεγγίσεις, αλλά και η σημερινή κοινωνία στηρίζονται στη χρήση της τεχνολογίας.
Μιχάλης Αλεξόπουλος, Μέλος Δ.Σ. ΠΟΕΔ, Γενικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ
[1] http://enimerosi.moec.gov.cy/archeia/1/ypp8836a
[2] http://enimerosi.moec.gov.cy/archeia/1/ypp10002a
[3] http://www.schools.ac.cy/klimakio/Themata/ensomatosi_tpe/oloimero_scholeio/analytiko_programma_pliroforikis_e_o_s.pdf
[4] http://www.cystat.gov.cy/mof/cystat/statistics.nsf/All/B00026880BF35DABC22571EF003518F8/$file/INFORMATION_SOCIETY-A96_18-EL-201219.xls?OpenElement
[5] http://www.schools.ac.cy/klimakio/Themata/ensomatosi_tpe/topikoi_syntonistes.html