Ανεξάρτητη Κίνηση Δασκάλων και Νηπιαγωγών

Συστηματικά και με μεγάλη σπουδή ένας ανεξάρτητος αξιωματούχος του κράτους, ο Γενικός Ελεγκτής, που λόγω ρόλου και θέσης αλλά και της προβολής που έχει, χαίρει της εκτίμησης της κοινωνίας, βάλλει κατά ριπάς εναντίον του Δημόσιου Σχολείου χωρίς αιδώ. Με επιμονή και ενίοτε εμμονή προσπαθεί να συμβάλει στη συντονισμένη κυβερνητική προσπάθεια για να μπει ταφόπλακα στη Δημόσια Εκπαίδευση, αποτελώντας το δεκανίκι της ή καλύτερα ο καλύτερος σύμμαχος στον πόλεμο που άνοιξε η Επίσημη Πλευρά.  Οι πρόσφατές του παρεμβάσεις στον Τύπο ή στα κοινωνικά δίκτυα, σε ό,τι αφορά το χώρο της Εκπαίδευσης, στηρίζονται σε υπεραπλουστευμένες συλλογιστικές, παράδοξες συγκρίσεις ή και μη ακριβή στοιχεία. Τα μηνύματα που περνούν προς τα έξω είναι εσφαλμένα, διαμορφώνουν πολεμικό κλίμα απέναντι στους εκπαιδευτικές και το κύρος τους!

Ο Γενικός Ελεγκτής πριν λίγους μήνες, αλλά και τις τελευταίες μέρες, με συνεχείς παρεμβάσεις του,  επικαλείται τις απαλλαγές που προσφέρονται σε εκπαιδευτικούς, για διδακτικό χρόνο έναντι άλλων υπηρεσιών του δημοσίου ή συγκρίσεις με εκπαιδευτικά συστήματα του εξωτερικού. Αγγίζει τις εργάσιμες ώρες, τον μισθό, το ωράριο κλπ. Οι αναφορές του δυστυχώς όμως είναι μονόπλευρες, με παράθεση επιλεγμένων (!) αποσπασμάτων από μακροσκελέστατες/πολυσέλιδες εκθέσεις. Την ίδια ώρα αγνοεί πολλές άλλες εκθέσεις που δεν περιλαμβάνουν τα επιθυμητά γι’ αυτόν δεδομένα. Τα κίνητρα πίσω από αυτό αφήνονται στην κρίση του καθενός. Για παράδειγμα στις ίδιες πηγές που επικαλείται ο Γενικός Ελεγκτής, υπήρχαν αναφορές για καθορισμό σχεδόν από όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες της προσφοράς και της ζήτησης των εκπαιδευτικών, ο μέγιστος αριθμός μαθητών ανά προσωπικό για ηλικίες 1 μέχρι 5 ετών στην Ευρώπη που είναι καταδικαστικός για την Κύπρο, αναφορά πως στις πλείστες χώρες οι εκπαιδευτικοί παίρνουν επιδόματα πέραν του βασικού μισθού τους, σε πολλές χώρες η αναλογία εκπαιδευτικών – μαθητών είναι πολύ καλύτερη κ.ά. Δεν αναφέρονται επίσης τα αποτελέσματα αξιολογήσεων Αλφαβητισμού του ΚΕΕΑ, που τονίζουν τη σημαντικότητα της ενισχυτικής διδασκαλίας, η οποία έχει αφαιρεθεί από τα σχολεία πριν λίγα χρόνια.

Ο Γενικός Ελεγκτής εμμένει στη διαχείριση δημοσίου χρήματος, επικαλούμενος πως το ΥΠΠ δεν έχει λάβει μέτρα για τον εξορθολογισμό του διδακτικού χρόνου των εκπαιδευτικών. Ο ίδιος Γενικός Ελεγκτής δεν δείχνει παρόμοια ευαισθησία στη διαχείριση του δημοσίου χρήματος για τους βουλευτές, τους ακαδημαϊκούς, ή το φαγοπότι στον Συνεργατισμό. Ευαισθησία à la carte! Προβαίνει δε και σε απαξιωτική κριτική ως προς την αποτελεσματικότητα των Κύπριων εκπαιδευτικών που υπονοείται πως είναι και ευνοημένοι, παραθέτοντας συγκριτικά στοιχεία με άλλες χώρες, αναφέροντας πως «στην Εσθονία και τη Σλοβενία (των οποίων οι επιδόσεις των μαθητών (PISA 2015) είναι πολύ καλύτερες από αυτές των Κύπριων μαθητών), ο αριθμός των μαθητών ανέρχεται σε 36 και 28 μαθητές αντιστοίχως, σε σύγκριση με την Κύπρο που φοιτούν 25 μαθητές ανά τμήμα[1]». Ο Γενικός Ελεγκτής, δείχνει να μην λαμβάνει υπόψη πως παράμετροι άλλων εκπαιδευτικών συστημάτων ή εφαρμοσμένες πρακτικές δεν είναι κατ’ ανάγκη συγκρίσιμες με το δικό μας εκπαιδευτικό σύστημα. Η αποσπασματική αναφορά σε διαστάσεις εκπαιδευτικών συστημάτων άλλων χωρών είναι αβάσιμη και καταδεικνύει τουλάχιστον ημιμάθεια αναφορικά με την εκπαιδευτική πραγματικότητα και προφανώς και άλλα κίνητρα!

Εκείνο που φαίνεται να αγνοεί Γενικός Ελεγκτής, αλλά και ο Υπουργός Παιδείας, όσον αφορά την υπεραπλουστευμένη αναφορά τους στις διεθνείς έρευνες (TIMSS και PISA) είναι το γεγονός πως τα αποτελέσματα τέτοιων ερευνών εντοπίζουν/αξιολογούν ένα περιορισμένο εύρος μάθησης, αγνοώντας παραμέτρους πολύ σημαντικές για την παιδεία όπως  τη φυσική, ηθική, κοινωνική, αισθητική ανάπτυξη των παιδιών. Μελέτες καταδεικνύουν πως η αξιοπιστία των δοκιμίων που χρησιμοποιούνται είναι πολύ χαμηλή, με την εγκυρότητα των αποτελεσμάτων μεγάλου ποσοστού των εξεταζομένων να είναι αμφισβητούμενη. Υπάρχει η πεποίθηση από ακαδημαϊκούς σε όλο τον κόσμο πως οι έρευνες αυτές τείνουν να είναι προκατειλημμένες υπέρ του οικονομικού και εργασιακού χαρακτήρα της εκπαίδευσης, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τη σημαντικότερη αποστολή των σχολείων: την προετοιμασία των μαθητών για συμμετοχή και ευημερία σε δημοκρατικές κοινωνίες[2]. Η εκπαίδευση όμως, δεν μπορεί να αποτιμάται μόνο με όρους της οικονομίας, με τη συνεχή επίκληση της σχολικής αποτελεσματικότητας.

Για χάριν συζήτησης, αξίζει να σημειωθεί πως στην πρόσφατη συμμετοχή της η Κύπρος (2015) στην TIMSS (Δημοτική Εκπαίδευση) είχε εντυπωσιακή άνοδο στα αποτελέσματά της, σε σχέση με τις προηγούμενες συμμετοχές[3][4].  Φυσικά καμιά αναφορά δεν γίνεται από τον Γενικό Ελεγκτή για αυτό στις πρόσφατες αναφορές του. Ένα ενδιαφέρον γεγονός που αξίζει να αναφερθεί είναι πως στην προαναφερθείσα συμμετοχή της Κύπρου, στο γνωστικό αντικείμενο των μαθηματικών στην TIMSS, η Κύπρος σημείωσε την ίδια επίδοση με τη Σουηδία. Στη Σουηδία, τα τελευταία χρόνια υπήρξε έντονος διάλογος για την ποιότητα της εκπαίδευσης, σε σχέση με τη μειωμένη απόδοση των παιδιών της στις διεθνείς εξετάσεις. Η αντίδραση της Σουηδίας, ήταν να αυξήσει το στάτους του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού[5] με στόχο τα μακροπρόθεσμα οφέλη στην εκπαίδευση!

Ο Γενικός Ελεγκτής παραθέτει τους αριθμούς μαθητών ανά τάξη σε δύο χώρες, Εσθονία (36) και Σλοβενία (28), αντιπαραβάλλοντάς τις με την Κύπρο (25) σε σχέση με τα αποτελέσματά τους στους προαναφερθέντες διαγωνισμούς. Μελετώντας όμως τις επίσημες εκθέσεις για τους αριθμούς μαθητών ανά τάξη, ο Γενικός Ελεγκτής παρουσιάζει αποσπασματικά δεδομένα με στόχο την πρόκληση εντυπώσεων. Σύμφωνα με τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), σε σχετική έκθεσή του το 2015[6] [7], «υπάρχουν λιγότεροι από 26 μαθητές ανά τάξη σε όλες σχεδόν τις χώρες με διαθέσιμα δεδομένα, με εξαίρεση τη Χιλή, την Κίνα, το Ισραήλ και την Ιαπωνία. Μεταξύ όλων των χωρών με διαθέσιμα στοιχεία, στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, ο αριθμός αυτός κυμαίνεται από λιγότερους από 20  μαθητές στην Εσθονία, τη Λετονία, το Λουξεμβούργο, τη Ρωσική Ομοσπονδία, τη Σλοβακική Δημοκρατία και το Ηνωμένο Βασίλειο».  Ειδικότερα σύμφωνα με την έκθεση, ο μέσος όρος της Εσθονίας είναι 15 και της Σλοβενίας 20. Το παράδοξο έγκειται στο γεγονός πως γίνεται συσχετισμός δύο παραμέτρων, με αυθαίρετα συμπεράσματα (αποτελέσματα σε διεθνείς έρευνες και αριθμός μαθητών), χωρίς διερεύνηση και σε βάθος επιστημονική μελέτη. Επίσης, η αναλογία των μαθητών ως προς το διδακτικό προσωπικό είναι σημαντική παράμετρος προς μελέτη. Η αναλογία μαθητών / εκπαιδευτικών είναι ένας σημαντικός δείκτης του επιπέδου των πόρων που διατίθενται για την εκπαίδευση και σαφώς για την ποιότητά της[8] και λαμβάνεται σοβαρά υπόψη από τη διεθνή βιβλιογραφία. Οι δύο αυτές χώρες βρίσκονται στον μέσο όρο, των χωρών που παρουσιάζονται στην έκθεση του ΟΟΣΑ[9], όπως και η Κύπρος. Εξάλλου, σε κάθε περίπτωση, τα εκπαιδευτικά συστήματα δεν είναι απαραίτητα συγκρίσιμα και προφανώς τα αποτελέσματα και η κατάταξη σε διεθνείς έρευνες χρήζουν και ποιοτικής ανάλυσης πέραν της στείρας ποσοτικής. 

 Η ρητορική απαξίωσης που χρησιμοποιεί ο Γενικός Ελεγκτής και ο Υπουργός, επικαλούμενοι τις συγκεκριμένες έρευνες, ουσιαστικά επιβεβαιώνει πως στην Κύπρο δυστυχώς, τα αποτελέσματα των ερευνών αυτών, χρησιμοποιούνται κατά κόρον ως μοχλός πίεσης προς τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, και αποτελούν την αιχμή του δόρατος για αποδόμηση του κύρους των εκπαιδευτικών και χειραγώγησης της κοινής γνώμης.  Για του λόγου το αληθές, ο πολιτικός προϊστάμενος του Υπουργείου, τις χρησιμοποιεί στην επιχειρηματολογία τους στις διάφορες εμφανίσεις του στα Μέσα, φυσικά πάντα χωρίς αντίλογο, αφού επιλέγει να εμφανίζεται μόνος του.

Πιο πάνω αναδεικνύεται μια παράμετρος των όσων επιλεκτικά και μονοδιάστατα αναφέρει ο Γενικός Ελεγκτής σε σχέση με τα μαθησιακά αποτελέσματα. Οι αναφορές του φυσικά δεν σταματούν εκεί. Ουσιαστικά ξεπερνούν τα όρια των όρων εντολής τους και ακουμπούν εργασιακά δικαιώματα και εκπαιδευτικές πολιτικές που σαφώς και δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητές του! Οι επιθέσεις που γίνονται από ένα θεσμό του κράτους και που επαναλαμβάνονται έχουν σκοπό να υποσκάψουν τη δημόσια εκπαίδευση και τους λειτουργούς της, με ό,τι αυτό συνεπάγεται! Ρίχνουν δε νερό στο μύλο της ετσιθελικής κυβερνητικής πολιτικής και στα νέα ήθη της επιβολής πολιτικών χωρίς κοινωνικό θεσμοθετημένο διάλογο. Η εκπαίδευση δεν μπορεί να αποτιμάται μόνο με όρους της οικονομίας, με τη συνεχή επίκληση της σχολικής αποτελεσματικότητας ή τους όρους εργασίας των εκπαιδευτικών. Με δεκανίκια από την έκθεση του Γενικού Ελεγκτή γίνεται ακόμη μια προσπάθεια να δικαιολογηθούν οι περικοπές των δαπανών για την εκπαίδευση, σύμφωνα με τις επιταγές της Τρόικα και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Η εκπαιδευτική πολιτική όμως, σε καμιά περίπτωση δεν θα έπρεπε να μετριέται με λογιστικούς -  οικονομίστικους όρους.

Μέσα στα πλαίσια θεσμικού ελέγχου, η Ελεγκτική Υπηρεσία δια του προϊστάμενού της επιλέγει συστηματικά στην παρουσίαση μόνο των «καταδικαστικών» παραμέτρων – ευρημάτων, προφανώς για δημιουργία συγκεκριμένου κλίματος εις βάρος των εκπαιδευτικών. Από ένα ανεξάρτητο θεσμό, αναμένεται και απαιτείται η σφαιρική παρουσίαση και στοιχείων και πολιτικών που δεν εφαρμόζονται στην Κύπρο και ενδεχομένως να βοηθούσαν το Εκπαιδευτικό μας σύστημα. Δυστυχώς όμως, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να συμβαίνει!

Μιχάλης Αλεξόπουλος, Γενικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ, Μέλος ΔΣ ΠΟΕΔ.

 

[1] http://www.philenews.com/koinonia/eidiseis/article/414050/beto-gnikoy-eleggti-ga-358-7-ekpaideftikoys

[2] http://www.theguardian.com/education/2014/may/06/oecd-pisa-tests-damaging-education-academics

[3] https://goo.gl/Gf6a6q

[4] http://keea-timss.pi.ac.cy/timss/data/uploads/timss_2015_pressrelease7dec2016pr.pdf

[5] https://www.teachermagazine.com.au/articles/education-reform-in-sweden

[6] https://goo.gl/6CLLfw  σελ. 416

[7] https://goo.gl/XqGbMB

[8] http://www.oecd.org/edu/skills-beyond-school/EDIF%202012--N9%20FINAL.pdf

[9] http://www.keepeek.com/Digital-Asset-Management/oecd/education/education-at-a-glance-2016_eag-2016-en#page400  σελ. 358