Ανεξάρτητη Κίνηση Δασκάλων και Νηπιαγωγών

ΤΗΣ ΕΛΙΝΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ*

Το 2019 το Συμβούλιο της Ευρώπης σε συνέδριο με θέμα «High-Quality Early Childhood Education and Care Systems» με συμμετέχοντες όλους του υπουργούς παιδείας της ΕΕ, υπέβαλε εισηγήσεις με στόχο την αναβάθμιση της προσχολικής εκπαίδευσης στην ΕΕ και συστάθηκε σχετική έκθεση[1]. Στην έκθεση της επιτροπής τονίζεται πως συγκριτικά με τις επενδύσεις που γίνονται στις διάφορες βαθμίδες της εκπαίδευσης, η προσχολική εκπαίδευση είναι η βαθμίδα που αποφέρει τα μεγαλύτερα κέρδη. Η επένδυση όμως μπορεί να είναι αποδοτική μόνο εάν οι υπηρεσίες που προσφέρονται είναι υψηλής ποιότητας, προσιτές, προσβάσιμες και χωρίς αποκλεισμούς. Τα στοιχεία δείχνουν ότι μόνο οι υψηλής ποιότητας υπηρεσίες προσχολικής εκπαίδευσης και φροντίδας προσφέρουν οφέλη. Οι υπηρεσίες χαμηλής ποιότητας έχουν σημαντικά αρνητικό αντίκτυπο στα παιδιά και στην κοινωνία συνολικά.

Στην έκθεση δίνεται έμφαση στην επαρκή στελέχωση των σχολείων με κατάλληλα καταρτισμένο προσωπικό ως ένα από τα πιο βασικά στοιχεία για υψηλή ποιότητα εκπαίδευσης, με ιδιαίτερη αναφορά στην ανάγκη για εξειδίκευση του επαγγέλματος της σχολικής βοηθού. Στην έκθεση Ευρυδίκη, 2019 [2] η σχολική βοηθός ορίζεται ως το άτομο που στηρίζει το παιδαγωγικό έργο της νηπιαγωγού βοηθώντας παιδιά σε μικρές ομάδες ή όλη την τάξη σε καθημερινή βάση. Γίνεται αναφορά στη σημαντικότητα στελέχωσης της κάθε τάξης νηπιαγωγείου με περισσότερους από ένα εξειδικευμένους ενήλικες έτσι ώστε οι παιδαγωγοί να μπορούν να ανταποκρίνονται επαρκώς στις ιδιαίτερα αυξημένες ανάγκες για στήριξη που έχουν τα νήπια. Τα στατιστικά στην έκθεση δείχνουν ότι μόνο 12 χώρες από τις 38 δεν εφαρμόζουν το θεσμό της σχολικής βοηθού από τις οποίες όμως κάποιες έχουν 2 ή και 3 νηπιαγωγούς σε κάθε τάξη ή έχουν αριθμό παιδιών μικρότερο των 20. Η Κύπρος, η Αλβανία και η Πολωνία είναι οι 3 χώρες με τον μεγαλύτερο αριθμό παιδιών σε κάθε τάξη, 25, χωρίς τη δυνατότητα στήριξης του παιδαγωγικού έργου της νηπιαγωγού από σχολικούς βοηθούς ή άλλους νηπιαγωγούς. 

Οι συστάσεις της έκθεσης του 2019 προς τους Ευρωπαίους υπουργούς παιδείας, βασίζονται σε πορίσματα έκθεσης που εκπονήθηκε από την Ευρωπαϊκή επιτροπή το 2014 [3] με εισηγήσεις για βελτίωση της προσχολικής εκπαίδευσης. Από το 2014 μέχρι σήμερα, 2021, η Κύπρος έχει προβεί μόνο  στις 3 ακόλουθες ενέργειες που σχετίζονται με την προσχολική εκπαίδευση: 

1)    Αυξήθηκε το όριο ηλικίας για εισδοχή στο δημοτικό με αποτέλεσμα αρκετά παιδιά να φοιτούν στην Προδημοτική 2 χρονιές. Το μέτρο αυτό δίνει την ευκαιρία στα παιδιά να προχωρήσουν πιο ώριμα στο  δημοτικό. Η συγκεκριμένη ενέργεια όμως έγινε χωρίς να λαμβάνονται υπόψη άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, με αποτέλεσμα ένα σημαντικό ποσοστό παιδιών ηλικίας 3 και 4 να αποκλειστεί από τη δημόσια προσχολική εκπαίδευση αφού οι θέσεις είναι υπέρ πλήρης από τα μεγαλύτερα παιδιά. Ενώ ένα ποσοστό παιδιών ηλικίας 5 ετών θα φοιτήσει σε τέσσερις μήνες σε τάξεις που ακόμα είναι ανύπαρκτες.

2)  Εφαρμόστηκε πρόγραμμα αξιολόγησης των μαθητών που θα αποφοιτήσουν από το νηπιαγωγείο ενώ γίνονται προσπάθειες για εφαρμογή εξειδικευμένων εργαλείων αξιολόγησης των παιδιών σε διάφορα γνωστικά αντικείμενα. Παράλληλα γίνεται συζήτηση για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.

3)  Έχει συσταθεί ένα καινούργιο αναλυτικό πρόγραμμα με έμφαση το παιδί και το παιχνίδι.

Ο τρόπος με τον οποίο το κράτος προσπαθεί να υλοποιήσει τα 2 πρώτα μέτρα, δείχνει την έγνοια προετοιμασίας των παιδιών για φοίτηση στο δημοτικό ενώ η προσπάθεια εφαρμογής του δεύτερου μέτρου αγνοεί και υποτιμά το περιεχόμενο του νέου αναλυτικού προγράμματος. Στην έκθεση της Ευρωπαϊκής επιτροπής του 2014 τονίζεται ότι η φοίτηση των παιδιών στο νηπιαγωγείο δεν αποσκοπεί στην προετοιμασία τους για την επόμενη βαθμίδα αλλά στο να κτιστεί μια γερή προσωπικότητα του παιδιού στο παρόν. Το κράτος δείχνει να αγνοεί τις συστάσεις  της Ευρωπαϊκής επιτροπής για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που θα επιφέρουν θετικές αλλαγές, αφού πέραν από τη συγγραφή του αναλυτικού προγράμματος, το οποίο και αυτό φαίνεται να υποτιμάται, δεν έχει γίνει τίποτα άλλο το ουσιαστικό προς αυτή την κατεύθυνση.

Μια τάξη νηπιαγωγείου με 25 παιδιά ηλικίας 3 – 6,9 ετών, με ένα μόνο εξειδικευμένο άτομο και χωρίς την ύπαρξη βοηθητικού προσωπικού όπως αυτό ορίζεται στις εκθέσεις της ΕΕ, απέχει σημαντικά από αυτό που προτείνει η ΕΕ ως εκπαίδευση υψηλής ποιότητας (τα καθήκοντα της σχολικής βοηθού στην Κύπρο επικεντρώνονται στην καθαριότητα και σε διαδικαστικά θέματα που επηρεάζουν την εύρυθμη λειτουργία του σχολείου. Η πρόσληψη τους γίνεται από επιτροπή που δεν έχει σχέση με την εκπαίδευση, αφού ο ρόλος τους δεν είναι σχετικός με το παιδαγωγικό έργο όπως ισχύει με το θεσμό της σχολικής βοηθού στην ΕΕ). Με τέτοιες αντιστοιχίες[4] [5] [6] [7]η παιδαγωγός δεν μπορεί να ανταποκριθεί επαρκώς στις ανάγκες των παιδιών, τα επίπεδα άγχους στις σχολικές μονάδες είναι αυξημένα και οι μαθησιακοί στόχοι δεν μπορούν να επιτευχθούν στο επιθυμητό επίπεδο. Οι προσπάθειες λοιπόν εφαρμογής εξειδικευμένων εργαλείων αξιολόγησης με αυτά τα δεδομένα, μοιάζουν με τη διαδικασία αξιολόγησης των καρπών ενός δέντρου στο οποίο παρέχεται ελάχιστη φροντίδα αλλά υπάρχει η ελπίδα ότι οι καρποί θα είναι καλοί. Και ενώ γνωρίζουμε πως αυτό το δέντρο χρειάζεται νερό, λίπασμα, κλάδεμα για να μπορέσει να αποδώσει, οι τεχνοκράτες θεωρούν πως οι καρποί του δέντρου μπορούν να βελτιωθούν απλά αξιολογώντας τους. Με κύριο στόχο την καλή εικόνα/κατηγοριοποίησή τους που θα έχουν για το επόμενο στάδιο, στην «αγορά».

Είναι καιρός ως Κύπρος να λάβουμε υπόψη τα ερευνητικά δεδομένα που υπάρχουν σχετικά με την προσχολική εκπαίδευση και τις σχετικές συστάσεις της ΕΕ. Να γίνουν σωστές και στοχευόμενες μεταρρυθμίσεις βάση ερευνητικών δεδομένων, οι οποίες θα βελτιώσουν σημαντικά την ποιότητα των νηπιαγωγείων με τεράστια οφέλη τόσο για την κοινωνική ανάπτυξη όσο και  για την οικονομία της χώρας.[8] [9] [10]

Νηπιαγωγός

Γενικός γραμματέας της Επαρχιακής Επιτροπής ΑΚΙΔΑ, Πάφου


[1] https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EN/TXT/PDF/?uri=CELEX:32019H0605%2801%29

[2] file:///C:/Users/User/Documents/EC0319375ENN.en%20(1).pdf

[3] Proposal for key principles of a Quality Framework for Early Childhood Education and Care (2014), report of the Working Group on Early Childhood Education and Care under the auspices of the European Commission.

[5] Munton, T., Mooney, A., Moss, P., Petrie, P., Clark, A., Woolner, J., et al. (2002). Research on ratios, group size and staff qualifications and training in early years and childcare settings. TCRU: University of London. Commissioned by the Department for Education and Skills.

[6] Sylva, K., Melhuish, E. C., Sammons, P., Siraj-Blatchford, I. and Taggart, B. (2004) The Effective Provision of Pre-School Education (EPPE) Project. Effective Pre-School Education. London: DfES / Institute of Education: University of London.

[7] Munton, T., Mooney, A., Moss, P., Petrie, P., Clark, A., Woolner, J., et al. (2002). Research on ratios, group size and staff qualifications and training in early years and childcare settings. TCRU: University of London. Commissioned by the Department for Education and Skills.

[8] Bakken, L., Brown, N. & Downing, B. (2017). “Early Childhood Education: The Long-Term Benefits,” Journal of Research in Childhood Education.

[9] Barnett, W.S. (2008). Preschool Education and Its Lasting Effects: Research and Policy Implications (Boulder and Tempe, Ariz.: Education and the Public Interest Center & Education Policy Research Unit).

[10]https://economics.nd.edu/assets/151221/buckles_the_economics_of_early_childhood_investments.pdf