ορθογραφία

Στο διπλανό σπίτι, που είναι μονκατκία, μένει ένας περίργος άνθρωπος, ο κύριος Ντίνος. Αυτός ο κύριος Ντίνος, που είναι αρκτά μεγάλος στην ηλικία, μνει μόνος του.
Προ ημερν λπόν ο κριος Ντίνος είχε ανάψ μια φωτιά στο πίσ μέρος του κπου, κάτω από το μεγάλο πκο, και έκγε τα ξρά φύα και τις πευκβελόνες. Αυτό το κάνει τακτικά ο κύριος Ντίνος και είναι ενοχλτικό, αλλά πολύ που τον νάζει. Σας είπα, είναι ένας πολύ μ­στήριος άνθρωπος.
Από το πρί μάς είχε πνξει στον καπνό. Εγώ είχα βγ στο μπαλκνι και παρακολουθούσα.
Έπτα από λίγο τον δα να φεύγει από το σπίτι. Κρατούσε και έσρνε και τη μεγάλη κα­ρ τσάντα με τα ροδάκια, αυτή που πρνει πάντα μαζί του όταν πηγνει για ψνια στην αγορά.
Εγώ σνέχισα την παρακολούθση από τη βεράντα. Η φωτιά φνόταν να έχει σβ­σει. Ύστερα από λίγο  

όμς, εκεί που κτα­ζα αφηρμένη, είδα μια μικρή φλόγα να ξπηδάει μέσα από τις στάχτς.